Ένας ηλικιωμένος ξυλουργός κόντευε να βγει στη σύνταξη και ενημέρωσε τον εργοδότη του για τα σχέδια του, να φύγει και να ζήσει πιο ξεκούραστα το υπόλοιπο της ζωής του.
Ο εργοδότης του στεναχωρήθηκε που θα έφευγε ένας τόσο καλός μάστορας, του ζήτησε όμως να αναλάβει ένα τελευταίο έργο πριν αποχωρήσει οριστικά από την επιχείρηση. Του ζήτησε να κατασκευάσει ένα ολοκαίνουργο σπίτι.
Ο ξυλουργός είπε ναι, όμως όσο περνούσε ο καιρός δεν δούλευε με όλη του τη καρδιά του. Χρησιμοποιούσε υλικά κατώτερης ποιότηυυτας, και η δουλειά του ήταν μάλλον επιπόλαιη. Ήταν ο χειρότερος τρόπος για να τελειώσει μια καριέρα γεμάτη αφοσίωση και επιτυχίες.
Όταν ο ξυλουργός τελείωσε το έργο και κάλεσε τον εργοδότη του να επιθεωρήσει το σπίτι, εκείνος του έδωσε το κλειδί της εισόδου και του είπε ότι αυτό το σπίτι είναι δικό του, ένα δώρο για τις υπηρεσίες τόσων χρόνων.
Ο ξυλουργός έμεινε άναυδος! Αν γνώριζε πως έχτιζε το δικό του σπίτι θα το είχε κάνει εντελώς διαφορετικά.
Το ίδιο συμβαίνει με όλους μας.
Χτίζουμε τη ζωή μας, μέρα με την μέρα, πολύ συχνά μη κάνοντας πάντα το καλύτερο. Και μετά μένουμε εμβρόντητοι όταν αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να ζήσουμε με αυτά που κτίσαμε. Αν μπορούσαμε να το κάνουμε ξανά, θα το χτίζαμε εντελώς διαφορετικά. Να όμως που δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στην αρχή και οι ευκαιρίες δίνονται μόνο μια φορά..!
Εμείς είμαστε οι ξυλουργοί στη ζωή μας. Κάθε μέρα βάζουμε μια πρόκα, τοποθετούμε άλλη μια τάβλα, ή ορθώνουμε έναν τοίχο. Οι προθέσεις και οι επιλογές μας είναι τα υλικά μας. Γιʼ αυτό να χτίζουμε πάντα με σύνεση και σοφία!