1.Πολλά έχουν γραφεί για την προέλευση του ονόματος Σαρακατσάνοι. Πολλοί ασχολήθηκαν με την ετυμολογία του. Οι απόψεις που είχαν διατυπωθεί μέχρι το 1945 καταγράφονται στη μελέτη του Δ. Γεωργακά "ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΩΝ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ” που δημοσιεύθηκε στο "ΑΡΧΕΙΟ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ" το Α' μέρος στον τ. 12 1945-1946 και το Β' μέρος στον τόμο 14 1947-1948.
Εκτεταμένη αναφορά στις πολλές γνώμες που έχουν διατυπωθεί για το ίδιο όνομα κάνει και η Αγγελική Χατζημιχάλη στο κλασσικό και περισπούδαστο έργο της "ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ" (τόμος πρώτος, μέρος πρώτο σελ. ξζ και επ). που εκδόθηκε το 1957. Η Αγγελική Χατζημιχάλη αναφέρεται και στο έργο του Δ. Γεωργακά και εκθέτει και τις προσωπικές της απόψεις.
Μεταγενέστερη μελέτη για το ίδιο ζήτημα που να έχει την έκταση και την πληρότητα των δύο ανωτέρω εργασιών δεν φαίνεται να υπάρχει, απ' όσα τουλάχιστον γνωρίζω.
Ο Δ. Γεωργακάς παραθέτει τις διάφορες απόψεις. Αναφέρεται στην κάθε μιά από αυτές. Και διατυπώνει τέλος τη δική του γνώμη.
Προηγουμένως όμως αποδέχεται αιτιολογημένα επίσης ότι α) "Οι Σαρακατσάνοι είναι Έλληνες απόγονοι Ελλήνων". β) "Είναι νέοι Ελληνες καταστάντες νομάδες κατά τους νεωτέρους χρόνους", γ) "Κρίνοντες έκ της γλώσσης των Σαρακατσάνων, η οποία είναι ηπειρωτικόν ιδίωμα, συνάγομεν ότι και η ομιλούσα το ιδίωμα τούτο νομαδική φυλή ωρμήθη εξ Ηπείρου". Δεν θα σχολιάσω τα υπό στοιχεία α και γ συμπεράσματά του. Και αυτό γιατί' αποτελούν τις κρατούσες απόψεις στην επιστήμη. Για το υπό στοιχείο β' συμπέρασμα απλά θα παρατηρήσω ότι από πολλούς (μεταξύ αυτών και τη Χατζημιχάλη, τον Αραβαντινό, τον Δ. Μαυρόγιαννη κ.άλ.) έχει διατυπωθεί και διαφορετική γνώμη και μάλιστα πλήρως αιτιολογημένη με αναφορά σε πλούσιο ιστορικό υλικό. Κατά τη γνώμη αυτή οι Σαρακατσιάνοι είναι κατάλοιπα αρχαίων νομάδων ποιμένων που ζούσαν και μετεκινούντο συνεχώς στον ελλαδικό χώρο ασκούντες το κτηνοτροφικό επάγγελμα και ειδικότερα το επάγγελμα του προβατοτρόφου. Η περαιτέρω εξέταση του ζητήματος αυτού ξεφεύγει από το σκοπό αυτής της μελέτης.
Οφείλω κατ' αρχήν να επισημάνω τη σοβαρότητα της ανωτέρω μελέτης του Δ. Γεωργακά. Δεν αφήνει καμία άποψη που να μην την παραθέτει. Καμία γνώμη που να μήν την αντικρούει ή να μην εκθέτει τη συμφωνία του με εκείνη. Εκπλήττει η πειστικότητα των επιχειρημάτων του και κυρίως η πειθώ τους με την σοβαρότητα και την υπευθυνότητα που τα διακρίνει.
Στην αντίκρουση των περισσοτέρων απόψεων που έχουν διατυπωθεί ελάχιστα θα μπορούσε κανένας να προσθέσει.
Έχω όμως σοβαρές επιφυλάξεις για το δικό του συμπέρασμα ώς πρός την ετυμολογία του ονόματος. Σέβομαι τις απόψεις του και τις τιμώ. Είναι άλλωστε ο ειδικός που μπορεί να έχει γνώμη. Κανένας όμως δέν είναι αλάθητος. Κανένας δεν πρέπει και ούτε δικαιούται να αποκλείει και κάποια άλλη άποψη. Ιδίως όταν ένα πρόβλημα όπως αυτό είναι μεγάλο και δυσεπίλυτο και απασχόλησε τόσους πολλούς, που διατύπωσαν μάλιστα τόσες πολλές απόψεις. Κανένας δεν μπορεί να πιστεύει ότι εκείνος διατύπωσε τον τελευταίο λόγο και η γνώμη του δεν επιδέχεται κριτική και συμπλήρωση.
Δικαιούται τέλος σε κάθε περίπτωση και ένας μη ειδικός αλλά Σαρακατσιάνος "πατρός τε και μητρός και των προγόνων απάντων" να έχει γνώμη για το όνομα που με υπερηφάνεια φέρει. Δικαιούται με παρατηρήσεις του να συμβάλει στην ενίσχυση των ορθών ισχυρισμών ή στην αποδυνάμωση των εσφαλμένων, για να βοηθήσει στην αναζήτηση και στην ανεύρεση της αλήθειας.
Αυτό επιχειρώ στη συνέχεια να πράξω. Θα ήμουν ευτυχής αν στα πολλά που υποστηρίχθηκαν και καταγράφονται στην ανωτέρω μελέτη του Δ. Γεωργακά προσέθετα κι' εγώ ορισμένα για την διερεύνηση της αλήθειας. Ίδωμεν.
2. Πρό της παράθεσης των σκέψεών μου νομίζω ότι πρέπει να εξετασθούν κάποιες άλλες παράμετροι του προβλήματος που επηρεάζουν τη λύση του: α) Η χρονικά γραπτή παρουσία του ονόματος Σαρακατσιάνοι, β) Πώς ονομάζονταν οι Σαρακατσιάνοι προτού αποκληθούν Σαρακατσιάνοι. γ) Το όνομα Σαρακατσιάνοι στις άλλες Βαλκανικές χώρες, δ) Ποιά ήταν η συμπεριφορά των ίδιων των Σαρακατσιάνων έναντι του ονόματος τους. ε) Μερικές νεώτερες γνώμες για την ετυμολογία του ονόματος.
α) Η γραπτή παρουσία του ονόματος Σαρακατσιάνοι
Τύπος Καρακατσιάνος ως επώνυμο απαντάται σε έγγραφο του 1 747 (Γ. Κρέμος - Φωκιακά 3.1 73).
Το παλαιότερο γραπτό κείμενο που υπέπεσε στην αντίληψή μου και στο οποίο αναφέρεται το όνομα Σαρακατσάνοι είναι η από 28-5-1849 γραπτή ένορκη εξέταση του ληστή Τριαντ. Καρατζόπουλου από ένα υπομοίραρχο ονόματι Κάππο. Ο μάρτυρας αναφέρει εκεί ότι στο μπουλουκι του λήσταρχου Βελέντζα μεταξύ άλλων ήταν και ο Στέριος Μαλλιαρός Σαρακατζάνος (Ιδέ Γιάννη Κολιόπουλου - Ληστές σελ. 295). Το επώνυμο αυτό σώζεται σε σαρακατσιάνικες οικογένειες της επαρχίας Αλμυρού, αλλά και Αγιάς Λαρίσης.
Σε ένα άλλο έγγραφο που συντάχθηκε στη Θήβα την 31-3-1858 δώδεκα τσελιγκάδες με πολύ γνωστά Σαρακατσιάνικα επώνυμα (Ζαρογιάννης, Μάμαλης, Ακρίβος, Μαλαμούλης κ.λ.π.) αυτοαποκαλούνται βλαχοποιμένες. Φαίνεται όμως ότι το έγγραφο αυτό συντάχθηκε από κάποιο εγγράμματο μή Σαρακατσιάνο. Η διατύπωσή του, η ορθογραφία του και η άπταιστη απλή καθαρεύουσά του το μαρτυρούν. Εκείνος που το 'γραψε χρησιμοποίησε και την πιο γνωστή τότε προσφώνησή τους "βλαχοποιμένες". (Ιδετε Γιάννη Κολιόπουλου - ΛΗΣΤΕΣ σελ. 272).
Ο Leun Heuzey στο βιβλίο του "Le Mont Olympe et I'Acarnanie", που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1860 στη σελ. 267 καταβάλλει την πρώτη ίσως προσπάθεια για να ξεχωρίσει τους Σαρακατσιάνους από τους Βλάχους. Εκεί μάλιστα χρησιμοποιεί το όνομα Σαρακατσάνοι (Sarakatzanes) και τους χαρακτηρίζει ώς λαό ελληνικό (population grecgue).
To 1871 ο εισαγγελέας I. Χατζίσκος στη δίκη των συνεργατών της συμμορίας που διέπραξε το έγκλημα του Δήλεσι ομιλεί για Αλβανοβλάχους και Σαρακατζάνηδες.
Στην από 18-6-1874 αναφορά 58 τσελιγκάδων με πολύ γνωστά Σαρακατσιάνικα επώνυμα (Πολύζος, Ρουπακιάς, Σπανός, Μπίκος, Σούρλας, Κούτρας, Ξηρομερίτης, Γεροκώστας, κ.α.) αναγράφουν οι ίδιοι ότι κατοικούν στη Θεσσαλία και ανήκουν "εις των Σαρακατσάνων το Έθνος" και υπόσχονται ότι θα παραδίδουν στις αρχές κάθε ληστή που θα προέρχεται από τις 520 οικογένειες, που εκπροσωπούν. (Γιάννη Κολιόπουλου- ενθ. ανωτέρω - σελ. 273).
Δέν κατάφερα να βρώ άλλες προγενέστερες αποδείξεις αναγραφής του ονόματος Σαρακατσιάνοι. Σίγουρα υπάρχουν. Από όσες όμως αναφέρω συνάγεται ότι στις Αρχές του 19ου αιώνα το όνομα αυτό ήταν ευρύτατα γνωστό στην Ελλάδα. Και για να είναι τότε τόσο πολύ γνωστό και στις Αρχές αλλά και στους απλούς πολίτες, πρέπει να το έφεραν οι Σαρακατσιάνοι πολύ προγενέστερα, ίσως και προ 100-200 ετών ή και παλιότερα ακόμη.
β) Πως ονομάζονταν προτού αποκληθούν Σαρακατσιάνοι
Από την έρευνα που έκανα, που οφείλω να ομολογήσω ότι δεν είναι πολύ εκτεταμένη, πάντοτε από έλλειψη χρόνου, θεωρώ ότι γίνεται αναφορά στους Σαρακατσιάνους στα ακόλουθα κυρίως κείμενα, που νομίζω ότι είναι τα χαρακτηριστικότερα:
Ο Claude Fauriel το 1824 που γράφει "Τα Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια", ενώ περιγράφει τους Σαρακατσιάνους με κάθε λεπτομέρεια της ζωής τους, ενώ αναφέρει τον Κατσαντώνη ώς καταγόμενο από αυτούς, ενώ αναφέρεται στις διώξεις τους από τον Αλή Πασά, τους αποκαλεί απλώς "νομάδες ποιμένες" που σχηματίζουν μίαν ιδιαίτερη φυλήν (Ιδετε σελ.13 της α' έκδοσης). Δεν χρησιμοποιεί το όνομα Σαρακατσάνοι ή Σαρακατσαναίοι ή Σαρακατσιάνοι ή Καρακατσάνοι ή Καρακατσιάνοι για να τους προσδιορίσει και να τους ξεχωρίζει π.χ. από τους βλαχόφωνους νομάδες ή ημινομάδες ποιμένες.
Ο Ν. Κασομούλης στα "Στρατιωτικά Ενθυμήματα" τους ονομάζει "σκηνίτες" και τους ξεχωρίζει από τους σκηνίτες Αρβανιτόβλαχους αποκαλώντας τους "Γραικόβλαχους". Τους χαρακτηρίζει ώς φερέοικους, πάροικους, μή αυτόχθονες σκηνίτες, γόνοι των οποίων ήταν οι Συκάδες, ο Κατσαντώνης, ο Τσόγκας, ο Δίπλας κ.άλ. Δέν μένει καμία αμφιβολία ότι οι Γραικόβλαχοι του Ν. Κασομούλη είναι οι Σαρακατσιάνοι. Γνωστός γλωσσοπλάστης ο Κασομούλης, με τη γνωστή τακτική του να ξεφεύγει από τη λαϊκή γλώσσα της εποχής του και να προσπαθεί, χωρίς επιτυχία, πάντοτε, να την εξαρχαΐσει, κατασκεύασε τη λέξη "Γραικοβλάχοι" για να τονίσει το ελληνόφωνο των σκηνιτών, που εννοούσε, με το "Γραικός" και με το βλάχοι δηλαδή την ιδιότητά τους ως ορεσιβίων κατοίκων της Ελλάδος. Θα μπορούσε αν του ήταν γνωστό το όνομά τους να τους ξεχωρίσει παραθέτοντάς το. Δεν το πράττει. Πιθανότατα γιατί δεν το γνώριζε. Αν σημειωθεί μάλιστα ότι ήταν γραμματικός του καπετάνου Νικ. Στουρνάρη, του οποίου γαμπρός σε κόρη ή ανεψιά ήταν ο Σαρακατσιάνος Γρηγόρης Λιακατάς, οδηγούμαστε με βεβαιότητα σχεδόν στο ότι δέν γνώριζε το όνομα Σαρακατσιάνοι. Εκτός εάν το εγνώριζε και επειδή "καταχρηστικώς" κατά τον Αραβαντινό αποδιδόταν αυτό στους Σαρακατσιάνους δέν ήθελε να το χρησιμοποιήσει μή αποδεχόμενος αυτό το όνομα όπως άλλωστε έπρατταν και οι ίδιοι οι Σαρακατσιάνοι αποκαλούντες εαυτούς "σκηνίτες ποιμένες". Ίσως δεν το αναφέρει για να μη νομιμοποιήσει αυτό το όνομα παρατσούκλι.
Ο Δ. Καμπούρογλου στην Ιστορία των Αθηνών (1896), σαφέστατα αναφέρεται στους Σαρακατσάνους όταν γράφει: "Παρεμβάλλομεν τινά περί των σκηνιτών... κατοίκων της Αττικής... οι Ελληνικότατοι Σκηνίται εν καλύβαις έως σήμερα ορεσιβιούντες..., κάτοχοι του μυστηρίου της ποιητικής γλώσσας και θεματοθύλακες της προαιώνιας μουσικής των ελληνικών δρυμών, ουδεμίαν σχέσιν ή ομοιότητα είχον πρός τους χωριάτας.Τα αρειμάνια ταύτα της Πίνδου τέκνα, βλάχοι κοινώς, κακώς και παραδόξως ονομαζόμενοι, έχουσιν ώς γνωστόν ίδια και παράδοξα ήθη και έθιμα περί ών εγράφησαν τινα..." Δέν αναφέρει το όνομά τους Σαρακατσιάνοι ή Καρακατσιάνοι. Και να σκεφτεί κανένας ότι το όνομα αυτό ήταν γνωστό τουλάχιστον από το 1849 που υπάρχει το ανωτέρω γραπτό μνημείο.
Στην Αττική βεβαίως δέν υπήρχαν άλλοι σκηνίτες ποιμένες. Ήταν μόνον οι Σαρακατσιάνοι. Δεν υπήρχαν βλαχόφωνοι ημινομάδες ή νομάδες κτηνοτρόφοι.
δ) Οταν το 1962 ίδρυσα τον πρώτο στην Ελλάδα Σύλλογο Σαρακατσιαναίων μου έφερε, δέν θυμάμαι ποιός, ένα αντίγραφο Καταστατικού ενός Συλλόγου με έτος ιδρύσεως το 1896 και με την επωνυμία "Σύλλογος των ανά τα όρη της Αττικής σκηνιτών ποιμένων". Τα επώνυμα όλων των ιδρυτικών μελών ήταν γνωστά σαρακατσιάνικα επώνυμα. Αυτό αποδεικνύει ότι οι Σαρακατσιάνοι προτιμούσαν, εδώ και 100 και πλέον χρόνια, ώς διακριτικό όνομα της γενιάς τους το "σκηνίτες ποιμένες" αντί του Σαρακατσιαναίοι.
ε) Ο Pougueville στο έργο του Voyage de la Crece, Paris 1826 τόμος III σελ. 381-393 περιγράφοντας τους πληθυσμούς της Ελλάδος που συνάντησε στα ανά την Ελλάδα ταξίδια του περιγράφει πολύ εύγλωττα και σαρακατσιάνικες ομάδες, χωρίς όμως να τις κατονομάζει.
στ) Το ίδιο και ο Hoggand στο έργο του Travelsin the Ionian islew, Albania, Thessaly, Macedonia, during the years 1812 and 1813, London 1815 σελ. 92.
Από τις ανωτέρω χαρακτηριστικές αναφορές, που φυσικά δεν είναι οι μόνες, μπορεί εύκολα να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι οι Σαρακατσιάνοι προτού να τους αποδοθεί αυτό το όνομα απεκαλούντο "νομάδες σκηνίτες" ή "σκηνίτες ποιμένες." ή απλώς "σκηνίτες" ή "βλαχοποιμένες" ή "Γραικόβλαχοι".
Οι ίδιοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους "σκηνίτες" ή "νομάδες σκηνίτες" ή "νομάδες ποιμένες" ή "σκηνίτες ποιμένες". Το "βλαχοποιμένες" και το "Γραικόβλαχοι" τους αποδιδόταν από άλλους, από τους εγγράμματους της εποχής. Το "Γραικόβλαχοι" από όσους ήθελαν να τους ξεχωρίσουν από τους νομάδες Αρβανιτόβλαχους ή τους ημινομάδες ή νομάδες Κουτσόβλαχους, οι οποίοι μιλούσαν το λατινογενές γλωσσικό ιδίωμα, τους βλαχόφωνους έλληνες δηλαδή. Το πρώτο συνθετικό του ονόματος (Γραικοί) αναφέρεται και στην ελληνική τους καταγωγή και συνείδηση, αλλά και στο καθαρά ελληνόφωνο γλωσσικό τους ιδίωμα, που τους ξεχώριζε σαφώς από όλους τους άλλους νομάδες και ημινομάδες. Το δεύτερο συνθετικό (βλάχοι) αναφέρεται στον τόπο και τον τρόπο της ζωής και της διαβίωσής τους. Ήταν οι ορεσίβιοι, οι αγράμματοι, οι ατημέλητοι, οι άξεστοι οι συνεχώς περιπλανώμενοι από βουνό σε βουνό και από κορυφή σε κορυφή, κυνηγώντας τη δροσιά το καλοκαίρι, τη ζεστασιά το χειμώνα και συνεχώς την πράσινη χλόη για τα ζώα τους.
Και το μέν "βλάχοι" αποδίδεται σ' όλους τους ορεινούς πληθυσμούς κυρίως από τους έλληνες του κάμπου, των πόλεων, των πεδινών χωριών, με την ανωτέρω έννοια και μαζί με την έννοια του κτηνοτρόφου. "Βλάχοι" με την έννοια αυτή λέγονται και οι ορεσίβιοι νησιώτες στα νησιά των οποίων ποτέ δεν εγκαταστάθηκαν βλαχόφωνοι έλληνες. "Βλάχοι" επίσης λέγονται και όσοι ορεινοί πληθυσμοί απασχολούνται μόνο με τη φύλαξη, την εκτροφή και την εκμετάλλευση ζώων και σε περιοχές της Ελλάδος στις οποίες ποτέ δεν έφθασαν και δεν έζησαν βλαχόφωνοι ελληνικοί πληθυσμοί. Οι Σαρακατσιάνοι δεν απεποιούντο αυτή την προσωνυμία με την ανωτέρω σημασία. Δεν δέχονται όμως την ταύτισή τους με τους βλαχόφωνους έλληνες. Η προσθήκη όμως και του δεύτερου συνθετικού "ποιμένες" (βλαχοποιμένες) εξειδικεύει εκείνους που απεκαλούντο μ' αυτό το όνομα. Εννοεί τους αποκλειστικά "ποιμένες", τους αποκλειστικά νομάδες ποιμένες. Και τέτοιοι ήταν μόνον οι Σαρακατσιάνοι στο σύνολό της. Οι βλαχόφωνοι έλληνες ήταν κατά κανόνα ημινομάδες. Είχαν σταθερή κατοικία το καλοκαίρι όλοι. Πολλοί και το χειμώνα. Ελάχιστοι ήταν ανέστιοι και απόλιδες όπως οι Σαρακατσιάνοι. Οι βλαχόφωνοι έλληνες κατά κανόνα είχαν άλλα επαγγέλματα ή και άλλα επαγγέλματα (έμποροι, αγωγιάτες, βιοτέχνες κ.λ.π.). Και όσοι ήταν κτηνοτρόφοι εύκολα τρέπονταν παράλληλα και προς άλλα κυρίως εξαρτώμενα από την εκμετάλλευση των ζώων επαγγέλματα (τυρέμποροι, ζωέμποροι, έμποροι μαλλιών κ.λπ.). Στους Σαρακατσιάνους δεν υπάρχουν τέτοιες "παρασπονδίες". Ήταν "ποιμένες" πιστοί στα ζώα τους και στην εκμετάλλευσή τους.
Το "βλαχοποιμένες" απαντάται και στους "ΒΙΟΥΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΩΝ ΑΝΔΡΩΝ και έξωθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών, στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της Επαναστάσεως "του Υπασπιστή του Ο. Κολοκοτρώνη Φ. Φωτάκου (Έκδοσ. 1888). Εκεί στις σελίδες 289-291 και με τίτλο "ΒΛΑΧΟΠΟΙΜΕΝΕΣ" αναφέρεται σε 20 επώνυμα πολλών οικογενειών οι οποίες "έφεραν τα πρόβατα των πλησίον των πολέμων και εις τας πολιορκίας εχρησίμευσαν και αυτοί ως και οι Πελοπονήσιοι" ή "προσέτι συνεισέφεραν και τα πρόβατα των προς τροφήν των στρατιωτών και ώς και σι λοιποί Πελοπονήσιοι ή "τα δε πρόβατα των τα εμέσασαν (δηλ. τα έφτασαν στη μέση, τα έφαγαν οι στρατιώτες και έμειναν τα μισά από αυτά) οι στρατιώται, τα οποία όμως αυθορμήτως έδωκαν ή συνεισέφερον κατά την αναλογίαν των και πολλά πρόβατα προς τροφήν των στρατιωτών.”
Αναφέρεται όμως αυτό το όνομα στους Σαρακατσιάνους; Ο Φωτάκος διευκρινίζει στην αρχή της αναφοράς του στους ΒΛΑΧΟΠΟΙΜΕΜΕΣ ότι εκείνοι λέγονται και σκηνίται, "Ρουμελιώται, οι οποίοι εγενήθησαν εις την Πελοπόννησον έζων κατά γενεάς και ευρέθησαν εκεί εις την επανάστασιν".
Στη συνέχεια τον Δημ. Μπούτο τον αποκαλεί "βλαχοποιμένα". Ως "βλαχοποιμένες" αναφέρει στη συνέχεια και τους Μαμαλαίους. Ως Βλαχοποιμένες αναφέρονται και οι Μακρυγιανναίοι, Λαβδαίοι, Κουτουλαίοι, Ραπταίοι, Καπλάνης, Τσόλης, Σαρανταυγαίοι, Παπουτσαίοι, Καλυβαίοι, Φραγκογιανναίοι, Κορδυλαίοι, Χαναίοι, Κοτσαλαίοι, Ραφτομήτρος, Αύγκας και Καψής.
Όλοι αυτοί που φέρουν γνωστά Σαρακατσιάνικα επώνυμα, που συναντώνται στους Σαρακατσιάνους ολόληρης της Ελλάδας και των άλλων βαλκανικών χωρών, ιδίως της Βουλγαρίας, είναι καταγραμένοι ως Ρουμελιώτες Σαρακατσιαναίοι από την Αγγελική Χατζημιχάλη στον Α' τόμο, α' μέρος σελ. 5-9 του ειδικού μέρους του που παραθέτει τα ονόματα, τις οικογένειες, τα τσελιγκάτα και τους τόπους διαμονής των Σαρακατσαναίων.
Είναι μερικές από τις 355 οικογένειες, που αποτελούσαν 174 τσελιγκάτα με 70.770 γιδοπρόβατα, που κατοικούσαν κατά το χρόνο της απογραφής που επιχείρησε εκείνη στο Παναχαϊκό, στο Χελμό και στη Ζήρια.
Ο Δημ. Συράκης στο "Δελτίο της Ελληνικής Γεωργικής Εταιρείας" Τόμος XII Μάρτιος-Αύγουστος 1925 τεύχ. 169 σελ. 656-661 μας μεταφέρει ότι στο νομό Αργολιδοκορινθίας "υπάρχει σημαντικός αριθμός αυτών (Σαρακατσιάνων) υπό τον κοινόν όνομα Ρουμελιώται. Μάλιστα αναφέρει ότι σ' ολόκληρο την Πελοπόννησο τότε κατοικούσαν 1390 οικογένειες.
Οι Βλαχοποιμένες λοιπόν του Φ. Φωτάκου με τα γνωστά σαρακατσιάνικα επώνυμά τους, μερικά από τα οποία είναι σπάνια, μή απαντώμενα σ' άλλα ελληνικά φύλλα (Σαρανταυγάς, Κορδύλας, Κοτσαλής), είναι οι Ρουμελιώτες Σαρακατσιάνοι της Αγγελικής Χατζημιχάλη, που βρήκε και κατέγραψε εκείνη στη δεκαετία του 1940 με τα ίδια επώνυμά τους και του Δημ. Συράκη, που τους κατέγραψε το 1925.
Επομένως το "βλαχοποιμένες" προσιδιάζει στους Σαρακατσιάνους. Ίσως και κάποιους Αρβανιτόβλαχους ή αποκλειστικά νομάδες βλαχόφωνους. Ελάχιστους όμως. Ο μεγάλος αριθμός είναι οι αποκλειστικά νομάδες Σαρακατσιάνοι.
γ) Το όνομα Σαρακατσιάνοι στις άλλες βαλκανικές χώρες
Η γεωγραφική εξάπλωση των Σαρακατσάνων σε συνδυασμό με το όνομα με το οποίο ήταν γνωστοί στους τόπους της διασποράς τους έχει τεράστια σημασία για την εντόπιση και την προσέγγιση της λύσης στο εξεταζόμενο ζήτημα:
Η Αγγελική Χατζημιχάλη (ΟΙ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΙ - Τόμος Πρώτος- Μέρος Α' σελ. κ.δ' - νε'- Γεωγραφική εξάπλωση των Σαρ.) γράφει: "Τα βορινότερα σημεία, όπου έφταναν, απ' ότι ξέρομε, οι μετακινήσεις των Σαρακατσάνων συ- μπίμπουν σχεδόν με τη γνωστή βορινή γραμμή που ο επιφανής Τσέχος Ιστορικός Const. Jirecek, καθορίζει ώς όριο του Ελληνισμού στο τέλος της αρχαιότητας, ξεχωρίζοντας την Ελληνική από την Λατινική ζώνη επιρροής στη χερσόνησο του Αίμου. Μετακινούνταν δηλαδή οι Σαρακατσάνοι σε όλη την έκταση όπου ήταν ξαπλωμένη στα Βαλκάνια η ελληνική γλώσσα ώς τα τέλη της Τουρκοκρατίας... Στους Σαρακατσάνους ήταν γνώριμα όλα σχεδόν τα βουνά και οι κάμποι της χερσονήσου νότια από τον Αίμο. Τα βορινά όρια της εξάπλωσής τους ακολουθούν τη νοητή γραμμή που αρχίζει από τα Αδριατικά παράλια, με ακρότατο σημείο τη Σκόδρα, από το Αλέσιο της Αλβανίας, προχωρεί σε όλο το γεωγραφικό μήκος νότια του Σκάδρου και νότια του Όρβηλου και του Αίμου (διασχίζοντας δηλαδή τη σημερινή νότια Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία, περνώντας τα Σκόπια και τη Σόφια) και βγαίνει στη Μαύρη θάλασσα
Και σ' άλλα σημεία εξειδικεύει τους τόπους της εγκατάστασής τους που βρίσκονται σ' όλη την Ελλάδα, από την Πελοπόννησο μέχρι και τη Θράκη, την Αλβανία, τα Σκόπια, τη Σερβία τη Βουλγαρία και την Τουρκία. Ως προς την τελευταία αναφέρει τη Βιθυνία, την Καππαδοκία και κυρίως την περιοχή γύρω από την Καισάρεια. Έχει ιδιαίτερη σημασία, για το θέμα που διαπραγματεύεται αυτή η μελέτη, το ότι και η Αγγ. Χατζημιχάλη, αλλά και όλοι όσοι έγραψαν για τους Σαρακατσάνους δεν αναφέρουν ότι τα τσελιγκάτα τους έφθαναν και σε Ρουμανικό έδαφος.
Ο Δημ. Γεωργακάς στη ανωτέρω μελέτη του "Περί των Σαρακατσάνων της Θράκης" αναφέρει ότι οι Σαρακατσάνοι ήταν διεσπαρμένοι σ' όλη την Ελλάδα (πλήν της Κύπρου, της Κρήτης, των Κυκλάδων, των Βόρειων Σποράδων, των Ιονίων Νήσων και των νήσων παρά την Δυτικήν παραλίαν της Μικράς Ασίας), στην περιφέρεια της Προύσσας στην Τουρκία και σ' όλες τις Βαλκανικές χώρες, πλήν της Ρουμανίας.
Ο Κ. Δ. Καραβίδας στα ΑΓΡΟΤΙΚΑ του αναφέρει ώς τόπους διασποράς των Σαρακατσάνων, πλήν ολόκληρης της Ελλάδας, την Βουλγαρία και την Ανατολική Θράκη.
Ο Κ. Αμαντος στα "Μακεδονικά" Αθήνα 1920 σελ. 21 και στο έργο του "Σλάβοι και Σλαβόφωνοι εις τας ελληνικάς χώρας" (Πρακτικά Ελλην. Ανθρωπ. Εταιρίας 1926) σελ. 27-28 και "Μικρά Μελετήματα" Αθήναι 1940 σελ. 118 μεταξύ άλλων γράφει ότι στη Μακεδονία και στην Ήπειρο "υπάρχουν ακόμη μέχρι σήμερον Ελληνες νομάδες, οι Σαρακατσάνοι και είναι πιθανή η γνώμη του Hoeg οτι αυτοί έξ αρχαίων χρόνων διέμενον εκεί ώς νομάδες..."
Ο καθηγητής Διον. Μαυρόγιαννης στο έργο του "Οι Σαρακατσάνοι της Θράκης, της Κεντρικής και της Ανατολικής Μακεδονίας" (τόμος 3 σελ. 150 και επ.) αναφέρεται στις διαδρομές των Σαρακατσάνων σ' όλη τη Βαλκανική και στην ασιατική Τουρκία, που τελείωσαν το 1922 με τη Μικρασιατική καταστροφή.
Ο ιστορικός Μάρκος Γκιόλιας στο έργο του "Η ιστορία της Ευρυτανίας στους νεώτερους χρόνους (1393-1821)" γράφει: "Το αποδημητικό όμως ρεύμα εκτείνεται και πέρα από την Κωνσταντινούπολη. Ορισμένες αγραφιώτικες οικογένειες φτάναν ώς την περιοχή της Προύσας και εποικίζονται κατά το 1665 σε διάφορα χωριά: Τσεσνίρ, Τζαμπάζι, Τζάμπα, Τζεϊνεγίρ, Αχτζέ Πουνάρ, Γούλιος, Απολλωνιάς, Λουμπάτ (Μ. Κλεωνύμου - X. Παπαδοπούλου: Βι-θυνικά ή επίτομος μονογραφία της Βιθυνίας και των πόλεων αυτής 1867 σελ. 97-98). Οι περισσότεροι κάτοικοι του χωρίου Δεμερδές προέρχονται από αποδήμους των Αγράφων. Το Τσεσνίρ ήτο άλλοτε τσιφλίκι τουρκου Αγά, του Καρά Οσμάν, το οποίο ηγόρασαν δυο αδελφοί, ο Καραπαναγιωτάκης και ο Χατζηδημητράκης, ελθόντες περί το 1680 εξ Αγράφων. Ουτοι μετά την εγκατάστασή των εκάλεσαν τους δύο αδελφούς Ακριβάκηδες και άλλους συμπατριώτες των. Ούτω εσχηματίσθη το χωρίον.
Πρόκειται για Σαρακατσάνους ποιμένες των Αγράφων, όπως μαρτυρούν τα γνωστά ακόμα και σήμερα στην περιοχή επώνυμά τους”.
Η σημερινή πραγματικότητα που είναι πλέον γνωστή μετά την κατάρρευση του καθεστώτος του υπαρκτού σοσιαλισμού και τη δυνατότητα επικοινωνίας μεταξύ τους των λαών των Βαλκανικών κρατών επιβεβαιώνει όλες αυτές τις μαρτυρίες.
Στη Βουλγαρία υπάρχουν περίπου 20.000 Σαρακατσιάνοι που μιλούν την ελληνική γλώσσα, το Σαρακατσιάνικο γλωσσικό ιδίωμα και μάλιστα όπως το μιλούσαν οι Σαρακατσιάνοι της Ελλάδος πρό 80-100 ετών, έχουν ελληνική συνείδηση, είναι οργανωμένοι σε 1 7 συλλόγους και έχουν την Ομοσπονδία τους.
Ο Βούλγαρος Ischircoff (Bulgarien, Land uud Leute - Leipzig 1916-1917 τ. I σελ. 31) μας πληροφορεί ότι το 1910 οι Σαρακατσάνοι που ξεκαλοκαίριαζαν στη Βουλγαρία ήταν 4.690. Άλλος επίσης Βούλγαρος συγγραφέας ο P.Tsiler (Bulletin du Musee Ethyographigue National de Sophia I (1921) σελ. 52) γράφει ότι το 1921 είχαν μείνει 3.159 ψυχές.
Από τα Σκόπια και το 1942 (Αγγ. Χατζημιχάλη σελ. λκ' σημ. 1) και το 1965 ήλθαν περίπου 3.000 Σαρακατσάνοι και εγκαταστάθηκαν οι περισσότεροι στο Ν. Κορδελιό - Ελευθέριο Θεσ/νίκης.
Υπάρχουν και σήμερα Σαρακατσάνοι στην Αλβανία, κυρίως στη Βόρειο Ηπειρο, μικρός μάλλον αριθμός. Υπάρχουν κάποιες επαφές με ορισμένους απ' αυτούς. Ίσως πυκνώσουν κάποτε και ίσως ξεθαρρέψουν για να οργανωθούν και εκείνοι και να ενισχύσουν την εκεί ελληνική μειονότητα, στην οποία ανήκουν.
Για τους Σαρακατσιάνους της Τουρκίας δεν μπορεί να υπάρχουν στοιχεία. Χάθηκαν ανάμεσα στους λοιπούς εξισλαμισθέντες έλληνες και πρέπει να βρίσκονται μεταξύ των πολλών κρυπτοχριστιανών της Καππαδοκίας κυρίως. Ίσως κάποτε όταν η Τουρκία γίνει ευρωπαϊκή χώρα, οι Τούρκοι αποκτήσουν ευρωπαϊκή νοοτροπία, τα μειονοτικά δικαιώματα γίνουν απόλυτα σεβαστά, η ελευθερία της έκφρασης γίνει πραγματικότητα, ίσως τότε και κάποιοι Σαρακατσιάνοι θελήσουν να αποκαλύψουν την καταγωγή τους.
"Ο Σαρακατσιάνος Στέργιος Γκόβαρης γράφει η Αγγ. Χατζημιχάλη (αν. σελ. λθ'), διευθυντής το 1975 του Μπάγκειου της Ομόνοιας, της διηγήθηκε ότι όταν ήταν αιχμάλωτος στη Μικρασία (περί το 1922) γύρω στην Καισάρεια συνάντησε Σαρακατσιιάνους, που μιλούσαν μόνο τα ελληνικά και δεν ξέρανε ούτε μία λέξη τούρκικη. Πρόκειται φυσικά για τους Σαρακατσιάνους που ξεχειμώνιαζαν στη Μικρασία ως τη Μικρασιατική καταστροφή".
Στο ζήτημα πώς αποκαλούνταν οι σκηνίτες ποιμένες ή νομάδες σκηνίτες, ή οι βλαχοποιμένες ή οι γραικοβλάχοι από τους γειτονικούς λαούς της χώρας μας, δηλαδή τους Τούρκους, τους Βουλγάρους, τους Σέρβους και τους Αλβανούς, δίδει απάντηση ο Δ. Γεωργακάς. Απεκαλούντο "Καρακατσάνοι". Το θεωρώ όμως πολύ σοβαρό, γι' αυτό και νομίζω ότι χρειάζεται περισσότερη ανάλυση.
Έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό το γεγονός, διότι όλοι οι κάτοικοι αυτών των χωρών ήταν υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που εκτεινόταν σ' όλα τα εδάφη, που σήμερα αποτελούν την εδαφική έκταση κάθε μιάς από αυτές. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Σαρακατσιάνοι με τα κοπάδια τους όργωναν στην κυριολεξία όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία στα ευρωπαϊκά εδάφη της και έφθαναν και σε αρκετό βάθος στις ασιατικές της περιοχές (Βιθυνία, Προύσα κ.ά). Είναι δε γνωστό ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε κατακτημένα τα εδάφη των χωρών αυτών από τον 15ο αιώνα και μέχρι του τέλους του 18 αιώνα μερικών και άλλων μέχρι τα μέσα του 19 αιώνα. Οι σκηνίτες νομάδες κτηνοτρόφοι "οι κυνηγοί της πράσινης χλόης", όπως τους αποκαλεί πολύ επιτυχημένα και παραστατικά ο καθηγητής Διον. Μαυρόγιαννης, κυνηγώντας τα πλούσια σε χλωρό χορτάρι, σε δροσιά το καλοκαίρι και σε ζέστη το χειμώνα, λιβάδια, μετακινούνταν συνεχώς και μάλιστα δύο φορές το χρόνο. Και η μετακίνησή τους αυτή με τα καραβάνια τους, τα αμέτρητα κοπάδια τους, τα φορτωμένα ζώα με όλες τις αποσκευές τους, τα θορυβώδη και θηριώδη τσοπανόσκυλά τους, τις πολλές τους φωνές, τα τραγούδια, τους καυγάδες, γινόταν απ' όλους αντιληπτή. Άλλωστε η διέλευσή τους από τις περιοχές των μονίμων κατοίκων ήταν πρόβλημα για κείνους για τις πολλές αγροζημιές που γινόταν και κυρίως για την καταστροφή του πολύτιμου και για κείνους χορταριού ενόψει του επερχόμενου χειμώνα. Αυτούς τους ενοχλητικούς περαστικούς τους γνώριζαν καλά οι ντόπιοι κάτοικοι και τους διέκριναν με ένα όνομα. Και αυτό το όνομα είναι το " Καρακατσιάνοι". Προκαλεί εξαιρετική εντύπωση το ότι σ' όλες αυτές τις χώρες οι Σαρακατσιάνοι ονομάζονται "Καρακατσιάνοι".
Η κοινή αυτή ονομασία συνεχίζει να υπάρχει και σήμερα. Είναι γνωστό ότι οι Βαλκανικές χώρες που απελευθερώθηκαν από τον τούρκικο ζυγό, εκτός από ένα μικρό χρονικό διάστημα που έμειναν ελεύθερες και θα μπορούσαμε να πούμε ότι είχαν καλές σχέσεις με τους γείτονες τους, εφάρμοσαν τα περισσότερα χρόνια πολιτική κλειστών κοινωνιών και λόγω των πολλών πολέμων μεταξύ τους, αλλά και λόγω της επιβολής του κομμουνιστικού καθεστώτος, που κατάργησε το δικαίωμα επικοινωνίας των πολιτών κάθε μιάς χώρας με τους πολίτες των γειτονικών της χωρών. Απαγορευόταν ακόμη η μετακίνηση και μέσα στην ίδια τη χώρα. Και πέρα από αυτά επιχείρησε η κάθε μιά χώρα να αφομοιώσει τις μειονότητές της και μετακινούσε πληθυσμούς μέσα στην ίδια τη χώρα για καθαρά εθνικιστικούς λόγους. Τα αναμφισβήτητα αυτά ιστορικά γεγονότα συνετέλεσαν αποφασιστικά στο να μήν εξελιχθούν οι μειονοτικές γλώσσες και οι ονομασίες των μειονοτικών πληθυσμών.
Στη Βουλγαρία π.χ. μου έκανε εξαιρετική εντύπωση το ότι οι εκεί 20.000 περίπου Έλληνες Σαρακατσιάνοι μιλούν τα Σαρακατσιάνικα όπως τα άκουγα από τη γιαγιά μου που είχε γεννηθεί το 1870 περίπου και πέθανε το 1969.
Το ότι λοιπόν σε όλες τις Βαλκανικές χώρες, χρησιμοποιείται το ίδιο όνομα το Καρακατσιάνοι ως ονομασία των νομάδων σκηνιτών ποιμένων σημαίνει, αφού δεν μπορεί να υπάρχει καμία σχεδόν σοβαρή δυνατότητα πειστικής αμφισβήτησης, ότι αυτό ήταν το όνομά τους, που πρωτοχρησιμοποιήθηκε, για να τους ξεχωρίσουν από άλλες κτηνοτροφικές νομαδικές ή ημινομαδικές κοινωνικές ομάδες. Και βεβαίως η αρχή της ονομασίας πρέπει να έχει κάποια πηγή. Και μάλιστα κάποια πηγή η οποία θα έχει τη δυνατότητα να διαδώσει και να επιβάλει αυτή την ονομασία στους λαούς όλων αυτών των χωρών. Και μία τέτοια πηγή δέν θα μπορούσε να είναι άλλη από το ίδιο το Κράτος, μέσα στο οποίο ζούσαν και οι αποκληθέντες Καρακατσιάνοι και εκείνοι που τους αποκαλούσαν με το όνομα αυτό, ακολουθώντας την εξουσία και τον χαρακτηρισμό που εκείνη τους έδωσε.
Την εκδοχή ότι οι Τούρκοι παρέφρασαν το Σαρακατσιάνοι και το μετέβαλαν σε Καρακατσάνοι δεν την δέχομαι για τους εξής λόγους:
Οι Τούρκοι δεν είχαν κανένα λόγο να το παραφράσουν άν το εύρισκαν χρησιμοποιούμενο από τους κατοίκους της Ελλάδος, γιατί και το πρώτο συνθετικό του (Σαρή = ξανθός) και το δεύτερο (Kacan = φυγάς) είναι γνωστές τουρκικές λέξεις, που αναφέρονται σε ανθρώπινες ιδιότητες. Η πρώτη στο χρώμα και η δεύτερη στη συμπεριφορά. Και μάλιστα λέξεις που αποδίδουν αλήθειες και ώς πρός την εμφάνιση των Σαρακατσιάνων (πολλοί έναι ξανθοί, γεγονός που είχε ιδιαίτερη σημασία για τους μελαχρινούς τούρκους), αλλά και πρός την εν γένει διαγωγή τους μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Από όλα αυτά που αναφέρθηκαν δεν φαίνεται ότι υπήρχε λόγος, δεν προέκυπτε κάποια ανάγκη παράφρασης του ονόματος.
Το πιθανότερο είναι ότι οι Τούρκοι τους χαρακτήρισαν και τους ονόμασαν οι ίδιοι με τέτοιο όνομα που να αποδίδει τα κύρια χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα.
Οι εκδοχές ότι το όνομα Σαρακατσιάνοι προέρχεται από κάποια ελληνική λέξη (Συράκο, Σακαρέτσι, Κατσάνοι κ.λ.π.) αποδείχθηκε ήδη ότι είναι πολύ αδύνατες.
Αν οι λοιποί έλληνες προσέδωσαν στους Σαρακατσιάνους ή Καρακατσάνους το όνομά τους τότε θα χρησιμοποιούσαν μία ελληνική λέξη ή θα συνέθεταν δύο ή τρείς, με τις οποίες θα απέδιδαν τα χαρακτηριστικά αυτής της ελληνικής γενιάς (γεωγραφικά, επαγγελματικά, ιδιαιτερότητα ενδυμασίας, συμπεριφοράς κ.λ.π.). Και μάλιστα τα χαρακτηριστικά που θα τους διέκριναν απ' όλους τους λοιπούς κατοίκους της Ελλάδας και παλαιότερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι έλληνες "νουνοί" τους δεν θα κατέφευγαν στο φτωχό τούρκικο λεξιλόγιο για να δανεισθούν λέξεις και μ' αυτές να ονομάσουν συμπατριώτες τους.
δ) Οι Σαρακατσιάνοι απέναντι στο όνομά τους
Οι Σαρακατσιάνοι μέχρι της δεκαετίας του 1950 δέν άκουγαν με ευχαρίστηση αυτό το όνομα. Όταν το 1962 ίδρυσα στη Λάρισα τον πρώτο σύλλογο Σαρακατσαναίων Λαρίσης-Μαγνησίας "Ο ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ" δυσκολεύθηκα πολύ να ανεύρω τους 21 που χρειάζονταν για να υπογράψουν την Ιδρυτική Πράξη και το Καταστατικό. Τότε ένας ηλικιωμένος Σαρακατσιάνος, που τον ενοχλούσε φαίνεται το όνομα, μου είπε: "τί τα θέλ'ς αυτά Νίκο. Αφ'σι μας τώρα π'ανταμώθκαμαν μί τόν κόσμο να χαθούμε μέσα σ'άυτόν".
Τα πράγματα βεβαίως τα τελευταία 50 χρόνια άλλαξαν. Οι εργασίες των Καββαδία - Χατζημιχάλη- Hoeg - Πουλιανού - Μαυρόγιαννη και πολλών άλλων και η ευρύτατη διάδοση του περιεχομένου τους παγίωσαν την άποψη ότι οι Σαρακατσάνοι είναι αρχαίο ελληνικό φύλο, το καθαρότερο και αρχαιότερο ίσως στην Ελλάδα. Η κοινωνική εν τω μεταξύ αναβάθμισή τους, η αποκάλυψη ότι οι Σαρακατσιαναίοι πρωταγωνίστησαν στην πρωτοεπεναστατική περίοδο (Δίπλας, Κατσαντώνης κ.αλ.) και στην επανάσταση του '21 (Τσόγκας, Λιακατάς, Συκάδες, Καραϊσκάκης, Κατσαρός, Ζαραλής, κ.αλ.) η οικονομική ευρωστία των περισσοτέρων, η ανάδειξή τους στις επιστήμες και στις τέχνες, η επιτυχημένη ανάμειξή τους στην πολιτική, η συγγραφική δραστηριότητα πολλών Σαρακατσάνων και μή, τους αποκατέστησε κοινωνικά και τους κατέστησε υπερήφανους για τη γενιά τους. Δέν πρέπει να μας παρασύρει το σήμερα επομένως. Η παρατήρησή μου ότι οι Σαρακατσάνοι βαρέως έφεραν το όνομά τους αναφέρεται στις εποχές εκείνες που αγράμματοι, φτωχοί, ανέστιοι και απόλιδες γύριζαν από βουνό σε βουνό και από λειβάδι σε λειβάδι, κυνηγημένοι από τους μόνιμους κατοίκους των χωριών, καταδιωκόμενοι από τις αρχές γιατί στα καλύβια τους έβρισκαν καταφύγιο οι αρματωλοί και οι κλέφτες, και αργότερα οι ληστές, καταπιεζόμενοι και αδικούμενοι από πολλούς και κυρίως από το ίδιο το Κράτος και ιδιαίτερα κατά την εποχή που η ληστεία εμάστιζε την ελληνική ύπαιθρο. (1830-1870). Τότε το όνομα "Καρακατσιάνοι" ή "Σαρακατσιάνοι" τους ήταν βάρος, γιατί σήμαινε τον άνθρωπο που δέν έχει στο ήλιο μοίρα ή τον πιθανό ληστή ή ληστοφόρο.
Αυτή η αντίληψή τους για το όνομα άγγιξε σχεδόν την εποχή μας. Η πιό πάνω φράση που άκουσα το 1962 είναι πολύ χαρακτηριστική. Κι όταν μία τέτοια αντίληψη έφθασε σχεδόν στις μέρες μας είναι εύκολο να εννοήσει κανένας πόσο έντονη ήταν μπροστά από 200 ή και περισσότερα χρόνια.
Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και μια φράση του Αραβαντινού στο βιβλίο του "Χρονογραφία της Ηπείρου μέχρι το 1854" Αθήνα 1856. "Καταχρηστικών αποκαλούνται Σαρακατσάνοι, διότι ορμώνται έξ Ελλήνων και αυτόχρημα Ελληνες εισί". Δηλαδή κατά τον Αραβαντινό το 1856 το όνομα Σαρακατσιάνοι καταχρηστικώς τους αποδόθηκε από κάποιους άλλους προφανώς και επομένως τους αδικεί, διότι δέν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αφού "εξ Ελλήνων ορμώνται και Ελληνες εισί". Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η ανωτέρω φράση του Καμπούρογλου "...βλάχοι κοινώς, κακώς και παραδόξως ονομαζόμενοι...".
Μιά άλλη παρατήρηση που έκανα τα τελευταία χρόνια είναι και τούτη: Οι πολλοί Σαρακατσιάνοι της Αττικής εκτός από λίγους (Σαρακατσιάνοι Βάρης και μερικοί άλλοι) αποφεύγουν να πλησιάσουν τους Συλλόγους που ιδρύθηκαν στην Αθήνα από Σαρακατσιάνους. Οι σύλλογοι αυτοί ιδρύθηκαν στη δεκαετία του 1970 κυρίως από Σαρακατσιάνους Θεσσαλούς και Ηπειρώτες, που εγκαταστάθηκαν στην Πρωτεύουσα κυρίως μετά τη δεκαετία του 1950.
Αυτή η απόσταση των Σαρακατσιάνων της Αττικής, από τους Συλλόγους που ιδρύθηκαν στην Αθήνα και η αποφυγή της δημόσιας επομένως αναφοράς στη Σαρακατσιάνικη καταγωγή τους είναι κατάλοιπο της μή ευμενούς αποδοχής του ονόματος, που άλλοι τους "κόλλησαν" και το οποίο σήμαινε και αποκάλυπτε τον φτωχό νομαδικό βίο των προγόνων τους και την χαμηλή κοινωνική τους θέση.
Οι Σαρακατσιάνοι αποκαλούν τους εαυτούς τους "Σαρακατσιαναί(οι)" ή Σαρακατσιάνοι. Δηλαδή μεταξύ του -τσ και του -αν παρεμβάλλουν το -ι. Δέν χρησιμοποιούν το Σαρακατσάνοι ή Σαρακατσαναίοι. Εδώ αναφέρομαι στις παλαιές γενιές των Σαρακατσιαναίων, τις οποίες και ο ίδιος πρόλαβα και άκουσα να προφέρουν το όνομά τους. Η γεννημένη το 1866 σαρακατσιάνα γιαγιά μου, από μητέρα σαρακατσιάνα που πρέπει να γεννήθηκε μέσα στην τρίτη δεκαετία του 19ου αιώνα, έλεγε: "Εμείς οι Σαρακατσιάνοι η εμείς οι σαρακατσιαναί" με τη συνηθισμένη απάλειψη της κατάληξης -οι-, Δέν την άκουσα ποτέ να προφέρει αλλιώς το όνομα αυτό.
ε) Νεώτερες απόψεις για το όνομα Σαρακατσιάνοι Οι έλληνες γλωσσολόγοι Ν. Ανδριώτης Λεξικό 1992 σελ. 149 και Γ. Μπαμπινιώτης Λεξικό εκδ. 1998 σελ. 1589, χρησιμοποιούν και τα δύο ονόματα "Σαρακατσάνοι" και "Καρακατσάνοι" και κατ' αυτούς η προσθήκη του -ί μεταξύ σ και α της λέξης "Σαρακατσάνοι" αποδίδει την τούρκικη λέξη Kacan και ειδικότερα το γράμμα c που με υπογεγραμμένη προφέρεται τσι, όπως στη λέξη 08ΐ<Γ3<;:=μπα- κράτσι, cadir=Taiav^pi, canak=Taiav0Ki κ.λ.π. ενώ balcon, με το c χωρίς υπογεγραμμένη =μπαλκόνι.
Ο αείμνηστος Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων Ισαάκ Λαυρεντίδης, Πόντιος την καταγωγή, και καλός γνώστης και της τουρκικής γλώσσας, που ειδικά ενδιέτριψε στη μελέτη της δικής του ελληνικότατης γενιάς των Ποντίων, στην από 9-10-1995 ευχαριστήρια επιστολή του για τη μελέτη μου που του έστειλα, μου έγραψε: "Πολλά εγράφησαν και ελέγχθηοαν παρά διαφόρων συγγραφέων, Ελλήνων και αλλοεθνών περί της γλώσσης, καταγωγής και της ονομασίας των Σαρακατσιάνων ή Σαρακατσάνων ή Καρακατσιάνων ή Τσαρακατσάνων και Παρακατσάνων. Το πιθανότερο είναι ότι πρόκειται περί παραλλήλων τύπων. ...Αι ονομασίαι Σαρακατσιάνοι-Καρακατσιάνοι και άλλαι παραλλαγαί είναι τουρκικαί σύνθετοι λέξεις, συγκείμεναι εκ των Σαρή+Κατσιάν και Καρά+κατσιάν. Σημαίνουν δέ: Σα- ρή = ξανθό, Καρά = μαύρο και κατσ=φύγε. Και το παρατσούκλι τους εδόθη από την επιλογή του χρόνου της μετακινήσεώς των".
3.ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ ΠΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΣΑΡΑΚΑΤΣΙΑΝΟΙ
Όπως αναφέρθηκε ο Δημ. Γεωργακάς και η Αγγελική Χατζημιχάλη στις ανωτέρω μελέτες τους καταγράφουν όλες τις απόψεις, που διατυπώθηκαν κατά καιρούς από διαφόρους ώς πρός την ετυμολογία του "εθνικού ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΟΣ", όπως ο Γεωργακάς αποκαλεί το όνομα των Σαρακατσάνων. Παράλληλα για την κάθε ετυμολογία καταγράφουν τις δικές τους απόψεις, αλλά και τις απόψεις που υποστηρίχθηκαν από άλλους.
Οι εκδοχές αυτές είναι οι ακόλουθες:
1.0/7. Αραβαντινός στη "Χρονογραφία της Ηπείρου" τ. 2 Αθήναι 1857 6. 146 "ανήγαγεν το εθνικόν Σαρακατσάνοι είς το όνομα Σακαρετσάνοι" με τόπο καταγωγής το χωριό Σακαρέτσι του Βάλτου της Αιτωλίας.
Ο ίδιος τύπος Σακαρεοιάνος αντί του ορθού -τσανος (= κάτοικος Σακαρετσίου) ευρίσκεται και στον Αναστάσιο Γόρδιο (Βίος Ευγενίου Αιτωλού, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη Κ. Σάθα 3 (1872) 448 = Νέος Ελληνομνήμων 4 (1907) 54).
Με τη γνώμη αυτή του Π. Αραβαντινού συμφωνουν και οι Arn. Passow, L. Heuzey και Ιωάν. Λαμπρίδης.
Το 1872 ο Π. Αραβαντινός υποστηρίζει ότι το Σαρακατσάνοι προέκυψε από το Παρακατσάνοι ή Καρακατοάνοι. Αντιλαμβανόμενος προφανώς τις αδυναμίες αυτής της εκδοχής του ο Π. Αραβαντινός σε μεταγενέστερη μελέτη του, τη Μονογραφία περί Κουτσοβλάχων Αθήναι 1905 σελ. 33 υποστηρίζει ότι το β' συνθετικόν του ονόματος είναι Κατσάνοι.
Ο C. Hoeg, αφού επισημαίνει την κοινή πηγή των τριών τελευταίων συγγραφέων δηλ. τον Παν. Αραβαντινόν, συμπεραίνει ότι τύπος Σακαρετσάνοι δεν υπάρχει, αλλά επινοήθηκε από τον Αραβαντινόν για να δώσει κάποια εξήγηση και ο ίδιος αναφέρεται επίσης και στην άλλη άποψη που δέχεται ώς ετυμολογική ερμηνεία την προέλευση από το δακορουμανικό sarac = φτωχός, δυστυχισμένος και saracatsani = φτωχοκακόμοιροι.
Ο Τσέχος ιστορικός Const.lirec'ek στο έργο το Die Romanen in den Stadten Dalmatiens Wahrend... 1901-1902 σελ. 48-49 το 1888, αλλά και ο G. Weigand (1894-1895) αναφέρεται στους Σαρακατσιάνους.
Ο jirec'ek ονομάζει τους Σαρακατσιάνους Καρακατσάνους (Karacac'ani) - Gesty ρο Bulgaysky = (ταξίδια στη Βουλγαρία) Praze 1886 σελ. 220 και του ίδιου Pas Furstentym Bulgarien Wien 1891 σελ. 118.
Ο Δημ. Συράκης (Δελτίον της Ελληνικής Γεωργικής Εταιρείας Αθήναι 1905 σελ. 38) δέχεται τις ετυμολογίες του Π. Αραβαντινού δηλ. το Σαρακατσάνος προήλθε από το ελληνικό Παρακατσάνος (=γείτονες των Κατσάνων της Ηπείρου) και οι Τούρκοι στη συνέχεια τους αποκάλεσαν Καρακατσάν.
Ο Ιωάν. Λαμπρίδης (Ηπειρωτικά Μελετήματα τεύχ. Δ' σελ. 50-52) καθορίζει ως τόπο καταγωγής των Σαρακατσάνων τα Κατσανοχώρια της Ηπείρου, τα οποία εγκατέλειψαν την εποχή των Γενιτσάρων. Δέχεται ότι το τουρκικό Καρακατσάν παράγεται από το ελληνικό Παρακατσάνος και κατά παραφθορά Καρακατσάνος. Δέχεται επίσης ότι φυγάδες από το Συρράκο προσχώρησαν στους κατοίκους των Κατσανοχωρίων και έτσι οι Σερακατσάνοι έγιναν Σαρακατσάνοι. Αναφέρεται όμως και στις εκδοχές άλλων που υποστηρίζουν ότι το όνομα προέρχεται από τις αραβικές λέξεις Καρά (= ξηρά) και Σαρή (= τραχύς) και την τούρκικη μετοχή Κατσιάν = φεύγων. Και άλλοι από το κίρ = ερημιά και το κατσιάν.
Ο Κ. Φαλτάϊτς υποστηρίζει ότι "παράγεται από το τούρκικο Κατσάν = ο φεύγων και Κατσάνοι = οι φεύγο- ντες, οι πλάνητες. Το καράς φαίνεται ότι το "είχον και οι αρχαίοι έλληνες, ώς βλέπομεν έκ του εθνολογικού όρου Καρ και Καρία... Ο δέ όρος Σαρακατσάνος θεωρείται μάλλον εκλέπτυνση.του Καρακατσάνος".
Ο Κ. Λ. Κρυστάλλης, βλαχόφωνος έλληνας (εβδομάς 8 - 1891 φύλλ. 17 σελ. 5β) ασπάζεται την ερμηνεία του I. Λαμπρίδη καρά + Κατσάνοι (= ελεεινοί Κατσάνοι).
Ο καθηγητής Γ. Αναγνωοτόπουλος (Γλωσσικά Ανά- λεκτα περ. Αθηνά, 36 (1924) σελ. 70 γράφει: "Αν η ονομασία Καρακατσιάνοι είναι μεμαρτυρημένη, τότε πιθανότερον θα ήτο να δεχθώμεν ότι έκ της πληθυντικής αιτιατικής τ'ς Καρακατσιάνους προήλθε κατ' αφομοίωσιν και πλημμελή συλλαβισμόν ο τύπος τ' Σ(κ)αρακατσιάνους, όθεν εί- τα και κατ’ ονομαστικήν οι Σαρακατσιάνοι".
Την εκδοχή αυτή φαίνεται ότι την ασπάζεται ο Γιάννης Βλαχογιάννης που γράφει ότι: "τ' αληθινό τους όνομα ήτανε Καρακατσάνοι και λόγω των Σαρακηνών, που προκάλεσαν πολλές ζημιές ο ελληνικός λαός παρετυμολόγησε το Καρακατσάνοι σε Σαρακατσάνοι".
Ο Σερ. Τσιτσάς (Ηπειρωτική Εστία έτος Δ τεύχος 44 Δεκέμβριος 1955 6. 1162) γράφει: "...Αν η λέξη Σαρακατσάνος δεν είναι κουτσοβλάχικη,.,αλλά τουρκική τότε το όνομα δεν είναι Σαρακατσάνος, αλλά Καρακατσάνος, γιατί ...οι τούρκοι τους ονομάζουν Καρακατσάνους (από το καρά = μαύρος και κατσιάν = φεύγων) δηλαδή δύστυχους πλάνητες".
Ο ποιητής Γ. Κοτζιούλας ( Ηπειρ. Εστία έτος Δ. τεύχ. 43 Νοέμβριος 1955 1011-1012) υποστηρίζει ότι παράγεται από τα τουρκικά σιαρή + κατσιάν = κλεφτοφυγόδικος, που απορρίπτουν οι Α.Α. Πάλλης και Σερ. Τσιτσάς. (Τσιτσάς ένθ. ανωτ. και Πάλλης - Ηπειρ. Εστία έτος Δ τεύχ. 44 σελ. 1161-1162).
Ο "Ρουμάνος" P. Papahagi, (κουτσόβλαχος απώτερης καταγωγής από την Αβδέλλα Γρεβενών) υποστηρίζει ότι η ονομασία Σαρακατσάνοι είναι σλάβικη και παράγεται από το σάρικα = φουστανέλλα και σημαίνει έλληνα φουστανελλοφόρο.
Από το sarica παρήχθη το saricat (= ο φορών sarica) και από αυτό με την προσθήκη της κατάληξης -ian έγινε Saracacian.
Ο Ν. Jorga υποστηρίζει ότι μόνον από κάποιο όνομα τόπου μπορεί να προέρχεται και ώς τέτοιον αναφέρει το Συρράκο με επίθημα εθνικόν και κατά τα λοιπά για τον τύπο Καρακατσιάνος δέχεται όσα υποστηρίζει ο Hoeg.
Ο Th. Capidan υποστηρίζει τα εξής, που αξίζουν δίπλωμα ευρεσιτεχνίας:
α) Η κατάληξη - (a) c'an είναι δάνειο από τη Βουλγαρική και β) Η ρίζα του ονόματος από το σλάβικο όνομα
siracu και από τα δυο παρήχθη το Saracacian.
γ) Μετατράπηκε το - i της συλλαβής Si σε a και δ) Επειδή υπήρχε και τύπος Caraguni οι ξένοι που πρώτοι χρησιμοποίησαν το όνομα Saracaciani αντ' αυτού είπον Caracaciani με το cara του Caraguni.
Οι βλαχόφωνοι έλληνες και ειδικότερα οι κουτσόβλαχοι από την Αβδέλλα Γρεβενών (ζούν συγγενείς τους στην Αβδέλλα και σήμερα ) Per. Papahagi και Τ. Papahagi και ο Ν. Jorga πιστεύουν ότι το όνομα Saracacean αποδόθηκε από άλλους στους νομάδες ποιμένες, που καλούνταν Βλάχοι (κατά τον Τ. Papahagi), οι οποίοι ιδιοποιήθηκαν το όνομα αυτό ώς ομόφυλοι των Motsii και Fars' erotsi. Πιστεύουν (Τ.Ρ., jorga, Capidan) ότι το όνομα Saracacean παρήχθη από το τοπονύμιο Saracu. Περαιτέρω υποστηρίζουν ότι οι νομάδες ποιμένες αυτοί που ήταν Αρωμούνοι εξελληνίσθηκαν στα νότια της Ελλάδος παρά τον Κορινθιακό κόλπο.
Ο P. Skok,απορρίπτει την εξήγηση του ονόματος του Hoeg, δέχεται την του Th. Capidan, αλλά συγχρόνως δέχεται την δυνατότητα ερμηνείας του ονόματος, από τη σύνθεση Siracu + τουρκ. Kacan =φυγάς.
Ο Ανασ. Δημητριάδης (εφημ. ΕΘΝΟΣ 7-8-1936 σελ. 1) προτείνει την προέλευση του ονόματος από το τουρκικό "σαράν" = φορτώνειν και "κατσάν" = φεύγειν, διότι, λέγει, οι Σαρακατσάνοι διάγουν βίον σκηνίτου, φορτώνοντες τα υπάρχοντά τους και φεύγοντας από καιρού είς καιρόν με τα ποίμνιά τους από τον ένα τόπο στον άλλο.
Ο Λημ. Γεωργακάς στην ανωτέρω μελέτη του υποστηρίζει ότι δεν πληρούν τινάς ή πολλάς των απαιτήσεων της γλωσσικής επιστήμης, τινές δέ είναι και όλως εναντίαι πρός τους νόμους της γλώσσης και δεν δύναται πλέον να συζητούνται αι ετυμολογίαι:
Καρακατσάνος έκ του Πρακατσάνος, Σιρακοκατσαναίοι - Σαρακατσαναίοι, Σαρακατσάνος έκ του Καρακατσάνος, Carac +(a) c'ani = Σαρακατσάνοι, Καρακολτσιάνοι - Καρακατσάνοι, Sarica - Saricat + c'an = Σαρακατσάνοι". Ως επιχειρήματα επικαλείται τα εξής: α) Κάθε ερμηνεία πρέπει να στηρίζεται στους νόμους της γλώσσας και να καλύπτει όλα τα μέρη του ονόματος που ερευνάται (θέμα, σύνθεση, κατάληξη, τύπους).
β) Η ερμηνεία του εθνικού πρέπει να ερμηνεύει αμφοτέρους τους τύπους Καρακατσάνοι και Σαρακατσάνοι.
γ) Η ερμηνεία πρέπει να εξηγεί την γένεσιν των είς -αί- οι τύπων Σαρακατσαναίοι και Καρακατσαναίοι.
Οι ανωτέρω ερμηνείες δεν τηρούν τους όρους τούτους πάντας ή μερικούς και δεν δύναται να είναι ορθαί.
Και στη συνέχεια παρατηρεί ότι η ερμηνεία εθνικών ονομάτων είναι δυσχερέστατο έργο που πρέπει ο ειδικός επιστήμων να προτείνει "μίαν υγιή εικασίαν", η οποία να στηρίζεται σε "ομολογημένους γλωσσικούς τύπους" και να μή "πολεμείται από την ιστορική παράδοση".
Εκθέτει στη συνέχεια την προσωπική του άποψη με τις αιτιολογίες της. Είναι η ακόλουθη:
α) Στη μεσαιωνική ελληνική εισήχθησαν οι τούρκικες λέξεις καρά = μαύρος, και σαρί = κίτρινος, ξανθός, που αποτέλεσαν το πρώτο συνθετικό πολλών λέξεων.
Ένα τέτοιο όνομα είναι και το Σαρακατσαναίοι, από το σαρί και Κατσάνοι, με αφομοίωση του φθόγγου -1 (της συλλαβής -ρι) στο φωνήεν -α.
Αναγκάζεται όμως να παρατηρήσει ότι δεν απαντάται σε οικογενειακά ονόματα τέτοια αφομοίωση του -ι σε -α. Αλλά για το Σαρακατσάνοι δέχεται ότι υπήρξε τύπος Σα- ρι-κατσάνοι, όπως δείχνει ο τύπος Σαρ'κατσάνος που προέρχεται από το Σαρικατσάνοι με αποβολή του -ι.
β) Ως πρός το Καρακατσάνοι παρατηρεί ότι άριστα ηδύνατο να προέλθει εκ της συνθέσεως Καρά + Κατσάνος. Αλλά για να φθάσουμε εκεί πρέπει να δεχθούμε ότι οι τύποι Σαρακατσάνος και Καρακατσάνος υπήρξαν παράλληλοι και ότι κάποια μέλη της οικογένειας πήραν το πρώτο όνομα και κάποια άλλα το δεύτερο. Τέτοια όμως απόδειξη δεν υπάρχει.
Παρατηρεί στη συνέχεια ότι το όνομα Σαρακατσάνοι απαντάται στη Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Ηπειρο, Μακεδονία και αλλαχού, ενώ το Καρακατσάνος στην Τουρκία, Βουλγαρία, και Σερβία... Οι Τούρκοι κακώς απέδωσαν στη γλώσσα τους το όνομα Σαρακατσάνος και είπον Karakacian. Οι τούρκοι κυρίαρχοι της ελληνικής χερσονήσου πρέπει να είναι οι πρώτοι ειπόντες τον τύπον Καρακατσάνος (πβ και P.Ts' ilef ένθ. αν. αν. 49) και παρ' αυτών τον παρέλαβον οι άλλοι λαοί της Βαλκανικής (Ρωμούνοι - Σλάβοι).
Υποστηρίζει επίσης ότι ο τύπος Καρακατσιάνος είναι μεταγενέστερος του Σαρακατσάνος.
Συμπέρασμα: Το δεύτερο συνθετικό της λέξης είναι το Κατσάνος.
γ) Ως προς το όνομα Κατσάνος. Δεν αποκλείει τη προέλευσή του από τουρκικό Kacan. θεωρεί το Κατσάνος οικογενειακό όνομα, που εξελίχθηκε σε εθνικό.
δ) Ως προς το Σαρακατσαναίοι, το -αίοι το θεωρεί συνηθισμένη κατάληξη των οικογενειακών ονομάτων των Σαρακατσάνων.
ε) Τέλος απαντώντας στο ερώτημα από πότε οι Σαρακατσάνοι έγιναν νομάδες, στηριζόμενος στο ότι τα ονόματα που λήγουν σε -αιοι απαντώντας όχι παλαιότερα από τον 15ο αιώνα όπως έδειξε ο καθηγητής Γ. Χατζηδάκης, καταλήγει στο συμπέρασμα οι Σαρακατσάνοι έγιναν νομάδες μεταξύ 1500 και 1600. Εκτός άν, προσθέτει, οι Σαρακατσάνοι είχαν άλλο όνομα το οποίο και να έχασαν, οπότε η νομαδοποίησή τους μπορεί να είναι και παλαιότερη.
Παρατηρήσεις -Επιχειρήματα αντίκρουσης των ανωτέρω εκδοχών
Θα αναφερθώ στα επιχειρήματα Δ. Γεωργακά και θα προσθέσω στη συνέχεια και μερικές δικές μου προσωπικές παρατηρήσεις.
Δεν θα ακολουθήσω τη σειρά απαρίθμησης των εκδοχών που διατυπώθηκαν. Θα προσπαθήσω όμως να αναφερθώ όσο εκτενέστερα είναι δυνατόν σε όλες.
Προέλευση από τη λέξη "sarica"
Στο Κουτσοβλαχικό λατινογενές γλωσσικό ιδίωμα (Ιδε- τε Λεξικό Κουτσοβλάχικης γλώσσας Νικολαΐδη έκδ. 1905) δεν υπάρχει η λέξη σάρικα πληθυντ. σαρίτσι (sarica, saritsi) που σημαίνει μανδύας, μαλλωτός των χωρικών. Ο Νικολαΐδης υποστηρίζει ότι προέρχεται "έκ του λατινικού sarica = serica αλβ. sarke, ισπαν-πορτογ. sarga, προβ. serga, νλτ σιάρκα, ρουμαν. sarica".
Ο Δ. Γεωργακάς (ένθ. ανωτ. σελ. 111) αντικρούοντας αυτήν την εκδοχή και του P. Rapahagi κ.λ.π. παρατηρεί πρώτα ότι "παρουσιάζει τούτο το ανώμαλον ότι δημιουργείται ανύπαρκτος κατάληξις επί τη βάσει δύο παραδειγμάτων λέξεων, ών η ορθή ερμηνεία, ώς θα δείξω κατωτέρω".
Την άποψη P. Papahagi ότι οι Σαρακατσάνοι μόνον φορούσαν "sarica" (= μανδύας, μαλλωτός των χωρικών) την αποκρούει ο Th. Capidan λέγοντας ότι την φορούσαν όλοι οι ποιμένες και οι Σαρακατσάνοι και οι Αρωμούνοι και μάλιστα κατά τον ίδιο τρόπο. Επομένως δεν υπήρχε διαφορά για να αποτελέσει σκωπτικόν όνομα διακριτικό των Σαρακατσάνων από τους Αρωμούνους.
Ο Δ. Γεωργακάς απορρίπτει επίσης και την εκδοχή του P. Papahagi ότι το όνομα Σαρακατσάνοι αποδόθηκε σ' εκείνους από τους Αρωμούνους. Την άποψη αυτή δεν αποδέχονται και οι Τ. Papahagi, Jorga και Caridan οι οποίοι υποστηρίζουν ότι απεκλήθησαν, έλαβαν το όνομα "Σαρακατσάνοι" από τους Ελληνες πρώτα, όπως και οι Αρωμούνοι. Και μάλιστα έλαβον το όνομά τους αφού "πρώτα είχον ήδη εξελληνισθεί είς τα νότια της Ελλάδος παρά τον Κορινθιακόν κόλπον".
Για τον τελευταίο ισχυρισμό εκφράζει την απορία και την έκπληξή του ο Γεωργακάς. Η άποψη αυτή βεβαίως δεν έχει κανένα ιστορικό έρεισμα και είναι πράγματι να απορεί κανένας για το σε πόσο πεζά επιχειρήματα καταφεύγουν κάποιοι επιστήμονες για να υποστηρίξουν τις αβάσιμες νοητικές τους συλλήψεις.
Στην κουτσοβλαχική δέν υπάρχει λέξη sarac που να σημαίνει φτωχός, όπως με διαβεβαιώνουν οι βλαχόφωνοι συγγενείς της βλαχόφωνης γυναίκας μου και γράφει ο βλαχόφωνος γυμνασιάρχης Νικολάί'δης στο "Λεξικό της Κουτσοβλάχικης γλώσσας" (έκδοσ. 1905 σελ. 446) Sarac = φτωχός υπάρχει μόνο στη ρουμάνικη γλώσσα και saracie = φτώχεια και όπως σημειώνει ο Νικολάί'δης είναι λέξη σλαβική.
Οι κουτσόβλαχοι για τον φτωχό χρησιμοποιούν τη λέξη "φτώχου" (ftoh) και για τη φτώχεια τη λέξη ftoaha. (Νι- κολ. σελ. 581).
Η άποψη που υποστηρίχθηκε ότι το όνομα Σαρακατσιάνοι ή Σαρακατσιαναίοι προέρχεται από το ρουμάνικο sarica, εκτός από τα ανωτέρω επιχειρήματα του Δ. Γεωργακά, πρέπει να απορριφθεί και για τα ακόλουθα:
α) Δέν εξηγεί την προέλευση του ονόματος Καρακατσιάνοι που πρέπει κατά τα ανωτέρω να ήταν προγενέστερο του Σαρακατσιάνοι, ή έστω παράλληλο κατ' άλλη γνώμη. Μάλιστα η παρατήρηση αυτή είναι αρκετά σοβαρή αν προστεθεί ότι το όνομα Καρακατσιάνοι εχρησιμοποιείτο σ' όλες της Βαλκανικές χώρες.
β) Οι διατυπώσαντες την άποψη αυτή είναι επιστήμονες κουτσοβλαχικής μεν καταγωγής, που όμως αποδεδειγμένα με τις απόψεις τους υπηρέτησαν την ιδέα περί ύπαρξης ρουμάνικης μειονότητας στην Ελλάδα στα πρόσωπα των βλαχοφώνων ελλήνων. Επομένως οι απόψεις τους επηρεάσθηκαν από εθνικιστικές επιρροές, βλέψεις και επιδιώξεις. Το γεγονός ότι οι δύο απ' αυτούς (Per. Papahagi και Τ. Papahagi) αρνούνται την ελληνική τους καταγωγή (κατάγονται και έχουν συγγενείς στην Αβδέλα Γρεβενών) και εμφανίζονται ως Ρουμάνοι δείχνει ότι είναι στρατευμένοι στην υπηρέτηση Ρουμανικών συμφερόντων, όπως τα εννοούσε στις μέρες τους το Ρουμανικό Κράτος. Οι ίδιοι μάλιστα έφθασαν στο σημείο να υποστηρίξουν ότι οι Σαρακατσιάνοι είναι εξελληνισθέντες βλάχοι.
γ) Οι Σαρακατσιάνοι δέν αποδεικνύεται ότι διέβαιναν και το Δούναβη με τα ποίμνιά τους και τα καραβάνια τους για να ξεκαλοκαιριάσουν ή να ξεχειμωνιάσουν σε ρουμανικά εδάφη. Δέν είναι γνωστό, αλλά και κανένας δέν υποστηρίζει ότι υπάρχουν ή υπήρξαν σαρακατσιάνικα τσελιγκάτα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες ή σ' άλλες περιοχές του τώρα ρουμάνικου Κράτους. Οι υποστηρικτές της άποψης γνώρισαν τους Σαρακατσιάνους στην Ελλάδα από την οποία κατάγονται ή στη Βουλγαρία από τα συγγράμματα όσων ασχολήθηκαν μ' αυτούς. Επομένως δεν μπορούσε να τους αποδοθεί ρουμάνικο όνομα, έστω ώς πρώτο συνθετικό, όταν ήταν άγνωστοι στη Ρουμανία ή κουτσοβλάχικο όνομα με λέξη που ούτε οι ίδιοι οι Κουτσόβλαχοι χρησιμοποιούν. Το ότι δέν είχαν οι Σαρακατσιάνοι καμία σχέση με τη Ρουμανία φαίνεται ότι και από το γλωσσικό τους ιδίωμα, στο οποίο δεν υπάρχουν ρουμάνικες λέξεις, που να τις χρησιμοποιούν μόνο οι Ρουμάνοι. Υπάρχουν ίσως ελάχιστες τέτοιες που έφθασαν όμως στους Σαρακατσιάνους μέσω των ελλήνων Κουτσοβλάχων με τους οποίους συμβιούσαν σε κάποια χωριά της ελληνικής υπαίθρου ή με τους οποίους είχαν συναλλαγές χρησιμοποιώντας τους ή χρησιμοποιούμενοι οι ίδιοι από εκείνους ώς βοσκοί ή πουλώντας στους Κουτσόβλαχους τα κτηνοτροφικά τους προϊόντα, διότι εκείνοι ησχολούντο με το εμπόριο, ενώ οι Σαρακατσιάνοι ησχολούντο αποκλειστικά με την κτηνοτροφία. Αλλά αυτές που έφθασαν είναι λατινογενούς προέλευσης λέξεις που χρησιμοποιούνται και από τους ρουμάνους και από τους βλαχόφωνους έλληνες.
δ) Ρουμάνοι δεν εγκαταστάθηκαν ποτέ στον ελλαδικό χώρο ούτε ώς κατακτητές, ούτε με άλλη ιδιότητα. Δέν μπορούσαν λοιπόν να βαφτίσουν εκείνοι γηγενή ελληνικά φύλα και να τους δώσουν και όνομα με λέξη της γλώσσας τους.
Κατά τους ανωτέρω οι Σαρακατσιάνοι είναι Ρουμανικό φύλλο που ήλθε στη Ελλάδα και εγκαταστάθηκε παρά τον "Κορινθιακό κόλπο". Το ερώτημα είναι πώς ξεχώρισαν από τους άλλους Αρωμούνους και εξελληνίσθηκαν αυτοί και όχι και εκείνοι; Και βεβαίως το σοβαρότερο: Πώς δεν κράτησαν στο λεξιλόγιό τους, στα ήθη και στα έθιμά τους, στην ενδυμασία τους, στα κεντητά και τα υφαντά τους κάποια αρωμούνικα στοιχεία;
ε) Αν το όνομα προερχόταν από το "sarica" τότε έπρεπε να λέγονται οι Σαρακατσάνοι σαρικιώτες ή σαρι- καίοι ή σαρικάνοι. Τα παραδείγματα τέτοιων γλωσσικών παρόμοιων εξελίξεων είναι πολλά.
στ) Ως πρός τον ισχυρισμό τους ότι είναι "εξελληνισθέντες βλάχοι" θα ήθελα να παρατηρήσω ότι και μόνο το ότι διακρίνουν τους βλάχους από τους Ελληνες και δεν αποδέχονται την αλήθεια ότι οι "Βλάχοι" είναι "Ελληνες βλαχόφωνοι", καίτοι και οι ίδιοι βλαχόφωνοι έλληνες, αποδεικνύεί την αλήθεια όσων ανωτέρω στο στοιχείο γ τους καταμαρτυρούνται.
Προέλευση από τη λέξη Συράκο:
Ο C. Hoeg αναφέρεται στην άποψη που δέχεται ότι προέρχεται από το όνομα του χωρίου Συράκο της Ηπείρου και η οποία παράγει τη λέξη Συράκο από τη δακορουμανική λέξη sarac ^φτωχός, ενδεής. Και προσθέτει το επίθημα -(α) c'ani, που δέχεται ότι είναι σύνθετο από το ρουμανικό -a'c και από το ελληνικό -άνος. Την άποψη αυτή την απορρίπτουν όμως οι Ν. jorga, Th. Capidan, ο P. Skok, ο T. Parahagi, ενώ την δέχονται άλλοι. Συμπληρωματικά σε όσα έχουν αντιπαρατεθεί από τον Δ. Γεωργακά και άλλους προσθέτω και τα ακόλουθα:
α) Δέν νομίζω ότι έχει καμία ιδιαίτερη αξία το ότι κάποιοι Σαρακατσιάνοι θεωρούν το Συράκο ως τόπο καταγωγής τους.
Η παραδοχή αυτή πρώτα απ' όλα αντικρούεται από πολλούς άλλους Σαρακατσιάνους που υποστηρίζουν ότι δέν προέρχονται από κάποιο χωριό αλλά ότι όλα τα βουνά και όλοι oι τόποι μπορούν να θεωρηθούν ως τόπος καταγωγής τους. Δέν έχει όμως ιδιαίτερη σημασία αυτή η παραδοχή γιατί οι Σαρακατσιάνοι οι ίδιοι στην παμψηφία τους σχεδόν δέν ξέρουν από πού κατάγονται. Οι αγράμματοι Σαρακατσιάνοι ό,τι άκουγαν για την καταγωγή τους το δέχονταν αφού δέν ήξεραν κάτι το διάφορο. Ήταν ανέστιοι και απόλιδες, περιφερόμενοι νομάδες σκηνίτες. Το φυσικό όμως ήταν να έχουν κάποια κοιτίδα. Δέν την ήξεραν ή δέν υπήρχε. Γι' αυτό και εύκολα αποδέχονταν ό,τι έδιδε λύση και στο δικό τους προβληματισμό. Ούτε όμως μπορεί να αποκλεισθεί ότι το νόημα της παραδοχής της καταγωγής τους από το Συράκο μπορεί να έχει και την έννοια ότι και στα βουνά του και στα λειβάδια του έβοσκαν τα πρόβατά τους οι πρόγονοί τους κάποτε.
β) Αν το Συράκο ήταν ο τόπος της καταγωγής τους και επομένως και η λέξη από την οποία προέρχεται το όνομά τους τότε κατά τα παρατηρούμενα στην Ελλάδα έπρεπε να λέγονται Συρακιώτες ή Συρακαίοι ή Συρακιανοί ή κάτι παραπλήσιο. Δέν εξηγείται ούτε το Σα- αντί του Συ- στην αρχή της λέξης, ούτε το -τσιάνοι ή τσιαναίοι στο τέλος της.
Και δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο παρόμοιο προηγούμενο στον Ελλαδικό χώρο τέτοιας λεκτικής ή ονομαδοτικής εξέλιξης.
γ) Οι κάτοικοι του Συράκου ήταν πάντοτε βλαχόφωνοι έλληνες, τουλάχιστον από τότε που εμφανίζεται στην ιστορία το Συράκο. Και αν σκεφθεί κανένας ότι το όνομα Σαρακατσιάνοι ή Σαρακατσιαναίοί ή Καρακατσιάνοι πιθανολογείται ότι αποδόθηκε στους νομάδες σκηνίτες ποιμένες στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οπωσδήποτε μετά το 1500 μ.Χ., που είναι αποδεδειγμένο ότι το Συράκο κατοικείτο από βλαχόφωνους, δέν μπορεί να ευσταθήσουν τα περί καταγωγής των Σαρακατσιάνων από το Συράκο.
δ) Αν οι Σαρακατσιάνοι κατάγονταν από το Συράκο και ήταν εξελληνισμένοι βλάχοι τότε στο γλωσσικό τους ιδίωμα θα είχαν παραμείνει πολλές λέξεις της μητρικής τους γλώσσας δηλαδή του λεξιλογίου των βλαχοφώνων ελλήνων γεγονός που δέν συμβαίνει. Αντίθετα μάλιστα στο λεξιλόγιό τους έχουν λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στη θέση των αντιστοίχων λέξεων λατινογενούς προέλευσης που χρησιμοποιούν οι βλάχοι. Το πρώτο μέρος αυτής της μελέτης μου ενέχει πολλά τέτοια παραδείγματα, που αν γίνει μιά συγκριτική μελέτη με τις αντίστοιχες κουτσοβλάχικες λέξεις θα επιβεβαιωθεί ο ισχυρισμός μου αυτός.
ε) Μεταξύ Σαρακατσιάνων και βλαχοφώνων ελλήνων δέν υπήρχαν ποτέ καλές σχέσεις. Οι Σαρακατσιάνοι δέν νυμφεύονταν βλαχόφωνες ελληνίδες. Το έθιμο αυτό έφθασε στην εποχή μου. Υπέστην δριμύτατη κριτική από ηλικιωμένους Σαρακατσιάνους γιατί δέν το σεβάσθηκα παίρνοντας σύζυγο βλαχόφωνη.
Τα αίτια αυτής της διάστασης ήταν ο επαγγελματικός ανταγωνισμός, που αναφέρω πιό πάνω, αλλά και ωρισμένα άλλα. Οι Σαρακατσιάνοι απέδιδαν στους βλαχόφωνους έλληνες την εκδίωξή τους από τα Αγραφα, την Πίνδο γενικά και τα βουνά της Ηπείρου. Η εκδίωξή τους από τον Αλή Πασά το 1810 μετά το θάνατο του Κατσαντώνη και κυρίως η εκδίωξή τους μετά την επανάσταση του 1854 αποδίδεται από τους Σαρακατσιάνους σε διαβολές βλάχων, για επαγγελματικούς λόγους κυρίως την πρώτη φορά και για ληστρικές επιδρομές και επαγγελματικούς λόγους τη δεύτερη. Τα γεγονότα αυτά επιβεβαιώνοται πλήρως από γραπτά μνημεία και κυρίως δημοτικά τραγούδια. Οι Σαρακατσιάνοι χαρακτήριζαν υποτιμητικά και επικριτικά τους βλαχόφωνους ώς "μισόγλωσσους", γιατί χρησιμοποιούσαν "μισά" ελληνικά και τα άλλα μισά ακαταλαβίστικα γι' αυτούς. Σώζεται περιστατικό στην προεπαναστατική περίοδο, το 1 770 περίπου, που Σαρακατσιάνοι εισέβαλαν στο Συράκο, το λήστεψαν και το έκαψαν. Ο πατέρας του προπάπου μου κλεφταρματωλός Δημ. Κατσαρός το 1835 υπήρξε θύμα διαβολής στους τούρκους του βλαχόφωνου Κακανίκα από την Κρανιά Ασπροποτάμου και φονεύθηκε μεταξύ Περτουλίου και Χρυσομηλιάς Απροποτάμου που βρίσκεται η ονομαζόμενη και σήμερα "βρύση Κατσαρού". Οι Σαρακατσιάνοι, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, και όταν κατοικούσαν στην ίδια κτηματική περιφέρεια με βλαχόφωνους έλληνες, έστηναν τις στάνες τους έξω από το χωριό, μακρυά από τους βλαχόφωνους (Κρανιά Ασπροποτάμου π.χ.). Η συμπεριφορά αυτή των Σαρακατσιάνων έναντι των βλαχόφωνων και η μεγάλη διάσταση που υπήρχε στις σχέσεις τους δέν μπορεί να δικαιολογηθεί αν οι Σαρακατσιάνοι ήταν εξελληνισμένοι βλαχόφωνοι έλληνες ή άν ήταν κάποτε συγκάτοικοι με άλλους βλαχόφωνους στο Συράκο.
στ) Το 1993 βρέθηκα στο Σλίβεν της Βουλγαρίας, στο αντάμωμα των εκεί Ελλήνων Σαρακατσιάνων. Τους ρώτησα άν υπάρχουν βλάχοι στη Βουλγαρία. Μου είπαν ότι υπάρχουν 3-4 χωριά με "γραμμουστιάνους" πάνω στα βουνά της Ροδόπης, αλλά "δεν έχουμε καμία σχέση μ' αυτούς". Τηρούνται κι’ εκεί οι αποστάσεις.
Για τις διαφορές μεταξύ Σαρακατσιάνων και βλαχόφωνων ελλήνων ίδετε Κ. Φαλτάϊτς (Ημερολόγιο-Ελληνικόν I -1929 σελ. 247-251 Σαρακατσάνοι και Βλάχοι) Αγγ. Χατζημιχάλη (Τ.Α', μέρος Α' σελ. νς και επ) Διον. Μαυρόγιαν- νη (Γ' τόμος σελ. 53-57).
Η ανωτέρω εκδοχή του Hoeg στον προσεκτικό μελετητή και παρατηρητή δίδει την εντύπωση ότι μία ομάδα επιστημόνων Ρουμάνων, Βουλγάρων, λατίνων και Ελλήνων συνεργάσθηκαν για να "κατασκευάσουν" το όνομα Σαρακατσάνοι. Και αυτό γιατί υπάρχει σ' αυτό η δακορρουμανική λέξη Sarac, το Σιρόκου ή Σεράκο, που είναι .ρουμανική λέξη δάνειο από τη βουλγαρική (Weigand). Υπάρχει το επίθημα -(a) c'ani, σύνθετο από το ρουμανικό -a' c (που προέρχεται από το λατινικό aculus) και το ελληνικό -ανος (λατινικό -anus). Μία τέτοια εκδοχή βεβαίως δεν μπορεί να ευσταθήσει. Τα ονόματα και μάλιστα τα εθνικά δεν αποδίδονται με τήρηση τέτοιων διαδικασιών. Δεν κατασκευάζονται σε επιστημονικά εργαστήρια. Είναι πολύ απλή η διαδικασία της απονομής τους γιατί εκφράζουν κάποιες ιδιότητες (γεωγραφικές, ιστορικές, πολιτικές) αυτών στους οποίους αποδίδονται.
Άποψη Π. Αραβαντινοϋ, Δ. Συράκη, I. Λαμπρίδη, Κ. Κρυστάλλη, Ν. Βέη, Κ. Καραβίδα για προέλευση του ονόματος από το Σακαρέτσι:
Και μόνο το γεγονός ότι ο ίδιος ο Αραβαντινός υποστήριξε στη συνέχεια δεύτερη εκδοχή, δηλαδή ότι το όνομα προέκυψε από το Παρακατσάνοι με δεύτερο συνθετικό το Κατσάνοι ήτοι Παρά + Κατσάνοι, ενώ η αρχική του γνώμη ήταν από το Σακαρέτσι, Σακαρετσιάνοι - Σαρακα- τσάνοι, μαρτυρεί ότι και ό ίδιος δεν ήταν βέβαιος για την άποψη που υποστήριξε και αναζητούσε νέες διεξόδους πρός άλλες ερμηνείες.
Αυτό αποδεικνύει ότι, ό,τι υποστήριξε ήταν μία δική του γνώμη και άποψη, που δεν στηριζόταν πουθενά.
Αλλά και ο I. Λαμπρίδης αναφέρεται και σε άλλες εκδοχές, (μεταξύ αυτών και των Καρά + Κατσάνοι ή σαρή + κατσάνοι ή κίρ + κατσάνοι) που αποτελεί ομολογία δυσπιστίας του πρός την άποψη που υποστηρίζει.
Ο Δ. Γεωργακάς επισημαίνει ότι τύπος Σακαρετσάνοι, δεν υπάρχει ώς τύπος του εθνικού Σαρακατσάνος, ενώ υπάρχει πρός δήλωσιν των κατοίκων του χωρίου Σακαρέτσι. Ο ίδιος θεωρεί απίθανη τη μετατροπή Σακαρετσιάνοι σε Σαρακατσάνοι με τη τροπή του -ε σε -α και τη μεταφορά του -ρ. Επίσης θεωρεί ανερμήνευτο τον τύπον Σαρακατσιαναίοι.
Προσθέτω στα ανωτέρω ότι μεταξύ των Σαρακατσιάνων δεν υπάρχει παράδοση καταγωγής από το Σακαρέτσι. Όλοι θεωρούν ως τόπο καταγωγής τους τα Αγραφα. Τα τραγούδια τους που αναφέρονται στα κατορθώματά τους και στις περιπέτειές τους εξυμνούν σαρακατσιάνους αγραφιώτες κλεφταρματωλούς αναφέρουν τους Δίπλα, Κατσαντώνη, Καραϊσκάκη, Τσιόγκα, Λιακατά, Λιάκο, Κατσαρό, Καταραχιά κ.λ.π. Και αυτό συμβαίνει στους Σαρακατσιάνους ολόκληρης της Βαλκανικής.
Το πρώτο συνθετικό του ονόματος "Παρακατσάνοι” είναι η πρόθεση που σημαίνει πλησίον, κοντά. Και με την έννοια αυτή προστίθεται ώς πρώτο συνθετικό στο Κα-τσάνοι. Η προσθήκη αυτή δεν συμβιβάζεται με καμία έννοια λογικής ερμηνείας του ονόματος. Αν ήταν από τα Κατσανοχώρια της Ηπείρου και λέγονταν Κατσάνοι τότε γιατί να παραποιηθεί το όνομα σε παρακατσάνοι και να μη ονομασθούν απλώς Κατσάνοι ή Κατσανοχωρίτες; Και σε κάθε περίπτωση δεν δικαιολογείται το Σαρακατσάνοι. Δεν δίδεται καμία εξήγηση.
Αν δε δεν έφεραν το όνομα Κατσάνοι και ήταν κάτοικοι κάποιας άλλης περιοχής παρά τα κατσανοχώρια, τότε γιατί να μή φέρουν το όνομα της περιοχής, του χωριού από το οποίο κατάγονταν και να δανεισθούν όνομα από τη γειτονιά τους; Τέτοιες ερμηνείες ασφαλώς δεν μπορούν κανένα να πείσουν.
Η προσωπική μου γνώμη:
Συντάσσομαι με την εκδοχή ότι το όνομα Καρα- κα- τσιάνοι προήλθε από τις τουρκικές λέξεις καρά = μαύρος, σκληρός, δυνατός (όπως ερμηνεύουν το καρά οι έλληνες) και κατσιάν (kac'an) = φεύγων, δραπέτης άπιαστος. Το Σαρακατσάνοι είναι μεταγενέστερος τύπος του Καρακατσιάνοι και όχι παράλληλος μ' αυτόν.
Το Καρακατσιάνοι είναι ένα όνομα - παρατσούκλι το οποίο αποδόθηκε από τον τούρκο κατακτητή και κυρίαρχο της Βαλκανικής σε ένα κομμάτι των λαών της, που χαρακτηρίζει τον σκληροτράχηλο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς του και τις συνεχείς, τις ατέλειωτες μετακινήσεις του από τόπο σε τόπο.
Δεν μπορεί να δοθεί άλλη λογική εξήγηση στο γεγονός ότι σ' όλες τις χώρες που τελούσαν υπό την εξουσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Ρουμανία, Βουλγαρία, Σερβία και μερικώς στην ίδια την Ελλάδα) αποκαλούνταν και αποκαλούνται και σήμερα Καρακατσάνοι.
Άλλωστε και ο ίδιος ο Δ. Γεωργακάς δέχεται ότι "οι τούρκοι κυρίαρχοι της ελληνικής χερσονήσου πρέπει να είναι οι πρώτοι ειπόντες τον τύπον Καρακατσάνος, και παρ' αυτών παρέλαβον αυτόν κι 'άλλοι λαοί της Βαλκανικής (Ρωμάνοι, Σλάβοι ιδ. Γεωργ. ένθ. ανωτ. σελ. 121, όπου και παραπομπή στον P. Tsilef ένθ. ανωτ. σελ. 49).
Και είναι πολύ λογικό αναδεκτοί αυτού του ονόματος να είναι οι ίδιοι οι κατακτητές, διότι:
Οι δύο λέξεις που το αποτελούν είναι τουρκικές, και το καρά και το Kacan. Ήταν πολύ φυσικό να τους χαρακτήρισαν με λέξεις της γλώσσας τους. Με λέξεις οι οποίες απέδιδαν τις ιδιότητες που ήθελαν να τους προσδώσουν με την προσφώνηση Καρά-Kacan-oi. Άλλωστε εκείνοι ώς εξουσία ήταν οι ενοχλούμενοι από τη συμπεριφορά αυτών των ορεσιβίων νομάδων κτηνοτροφών απέναντι στην αυτοκρατορία τους. Ήταν μία απείθαρχη μερίδα του λαού τους, που συνεχώς μετεκινείτο και περιφερόταν σ' όλα τα εδάφη της αυτοκρατορίας. Για κείνη δέν υπήρχαν ούτε νόμοι, ούτε γραφές. Αλλού νύχτωναν κι' αλλού ξημέρωναν. Που να τους βρεί ο νόμος για να τους υποχρεώσει ν' ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Ήταν λοιπόν μόνιμα και συνέχεια φυγάδες, "kacan" στα τούρκικα. Και παράλληλα σκληροτράχηλοι, δυνατοί, άνθρωποι αντοχής, που όλες αυτές τις ιδιότητες τις εκφράζει η τουρκική λέξη "καρά". Από τη γενιά τους ξεπήδησαν τρομεροί αρματολοί και κλέφτες, που υπήρξαν ο φόβος και ο τρόμος των κατακτητών. Ο συνδυασμός λοιπόν αυτών των δύο λέξεων απέδιδε πλήρως την ιδιοσυγκρασία τους, την δύναμή τους, την αντοχή τους στις κακουχίες και παράλληλα τον τρόπο ζωής τους μέσα στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και τη διαγωγή τους απέναντι σ' αυτή.
Η παράδοση των Σαρακατσιάνων έχει διασώσει περιστατικά κατά τα οποία ολόκληρο το τσελιγκάτο μέσα σε μία νύχτα, όταν το επέβαλε κάποια ανάγκη, μετεκινείτο και άλλαζε τόπο διαμονής ξεφεύγοντας από την εξουσία του τοπάρχου και από τον εξαναγκασμό του να πληρώσει φόρους ή να αποφύγει άλλες συνέπειες.
Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το όνομα Καρακατσάνος αποδόθηκε στους νομάδες σκηνίτες κατά την εποχή που ολόκληρη η ελληνική χερσόνησος υπήγετο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και δέν μπορεί να είναι παλαιότερο από το 1500 μ.Χ. Την άποψη αυτή ενισχύει και η παρατήρηση του Γ. Χατζηδάκη κατά την οποία "ο τύπος -αί- οι (Καρακατσιαναίοι- Σαρακατσιαναίοι) απαντάται μόνον από του 15ου αιώνος και μετά (Δ. Γεωργακάς σελ. 128)''.
Δεν νομίζω λοιπόν ότι είναι ορθή η άποψη του Δ. Γεωργακά ότι προγενέστερος ήταν ο τύπος Σαρακατσάνος από τον τύπο Καρακατσάνος. θεωρώ δε τελείως απίθανη την εκδοχή ότι οι δύο τύποι μπορεί να ήταν και παράλληλοι. Αντίθετα πιστεύω ύστερα από όλες τις πιό πάνω παρατηρήσεις μου ότι ο αρχικός τύπος ήταν το Καρακατσάνος.
Ανακύπτει τώρα το ερώτημα πώς εξελίχθηκε το Καρακατσιάνος στο Σαρακατσιάνος;
Πολύ χρήσιμη παρατήρηση για την συναγωγή ασφαλούς συμπεράσματος είναι το ότι μόνον στην Ελλάδα και κυρίως στα τμήματά της που απελευθερώθηκαν τελευταία οι Σαρακατσιάνοι απεκαλούντο Σαρακατσιάνοι. Στη Θράκη και μέρος της Ανατολικής Μακεδονίας απεκαλούντο και Καρακατσιάνοι (Ιδετε Δ. Γεωργακάς). Δηλαδή όπου η Οθωμανική Αυτοκρατορία ασκούσε την εξουσία της το αποκλειστικά απαντώμενο όνομα των Σαρακατσιάνων ήταν Καρακατσιάνοι. Δέν σημείωσε καμία εξέλιξη. Διατηρήθηκε όπως επινοήθηκε και αποδόθηκε από τον κατακτητή.
Ως πρός την εξέλιξη αυτή του Καρακατσιάνος σε Σαρακατσιάνος υποστηρίχθηκαν οι ακόλουθες απόψεις:
Ο Γιάννης Βλαχογιάννης στα "ΑΠΑΝΤΑ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ" 2 σελ. 81 σημ. 1 την αποδίδει σε "παρετυμολογία του ελληνικού λαού". Εκεί αναφερόμενος στους "περίφημους Σαρακατσιάνους", όπως τους αποκαλεί, δέχεται ότι το αληθινό τους όνομα ήτανε Καρακατσάνοι.
Θα μπορούσε να προστεθεί στη γνώμη αυτή του Γιάννη Βλαχογιάννη ότι στην εξέλιξη συνέβαλε και η κακή διάθεση των ίδιων των Σαρακατσιάνων απέναντι στο παρατσούκλι που τους κόλλησε ο κατακτητής. Δέν το αποδέχονταν οι ίδιοι, αλλά το χρησιμοποιούσαν όλοι οι λοιποί κάτοικοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με αυτό τους ξεχώριζαν από τους βλαχόφωνους κυρίως ημινομάδες ποιμένες. Μπροστά σ' αυτή την πραγματικότητα ήταν εύκολη λύση η αποδοχή και η ενίσχυση κι' απ' τους ίδιους του "εξελληνισμού" κάπως του ονόματος τους. Βεβαίως αυτό μπορεί να έγινε σταδιακά και αργά-αργά χωρίς κανόνες και διαδικασίες. Συνήθως αποδεχόμαστε την αλλαγή που γίνεται από άλλους ή αλλάζουμε οι ίδιοι ό,τι δέν μας αρέσει. Και συνήθως ό,τι αλλάζει διατηρεί κάποια στοιχεία από εκείνο που αντικαθιστά. Η σιγά-σιγά και ανεπαίσθητα επερχόμενη αλλαγή αποσκοπεί κυρίως στο να αλλάξει το κακόηχο, το μειωτικό για κείνον που τον αφορά. Αυτό δέν συμβαίνει με μερικά κακόηχα επώνυμα; Δέν τα αλλάζουν εξευγενίζοντάς τα οι κάτοχοί τους;
Θα μπορούσε επίσης να προστεθεί σ' αυτά και η συμβολή της εσφαλμένης άποψης ότι καταγόταν οι Σαρακατσιάνοι από το Συρράκο ή το Σακαρέτσι, που στους αγράμματους Σαρακατσιάνους, που δέν γνώριζαν την κοιτίδα τους και αποδέχονταν ώς πρός το όνομά τους οποιαδήποτε αληθοφανή γνώμη, ήταν πολύ φυσικό να αποδεχθούν και το ελληνικότερο Σαρακατσιάνοι που τους απομάκρυνε κάπως από το κακόηχο Καρακατσιάνοι. Ήταν σχεδόν πειστική και η εξήγηση Σακαρέτσι - Σακαρετσιάνοι- Σαρακατσιάνοι. Οι απλοϊκές αυτές ερμηνείες έπειθαν εύκολα ακόμη και τους ίδιους τους αγράμματους Σαρακατσιάνους. Έπρεπε να ανευρεθεί κάποια εξήγηση στο πρόβλημα της προέλευσης του ονόματος τους. Και συνήθως επικρατεί η απλούστερη. Και επομένως υπήρχε η υποδομή της εξέλιξης του ανεπιθύμητου Καρακατσιάνος στο Σαρακατσιάνος, για το οποίο υπήρχε και μία αληθοφανής ερμηνεία.
Ο καθηγητής Γ. Π. Αναγνωστόπουλος στην Αθηνά 36 (192) σελ. 69, όπως μας τα μεταφε'ρει ο Δ. Γεωργακάς (σελ. 110 ενθ. ανωτ.) "λαμβάνων ώς βάσιν τον τύπον Καρακατσάνος ερμηνεύει τον έτερον τύπον έκ της εκφοράς μετά του άρθρου, ήτοι το τ'ς Καρακατσιάνους εγένετο τ'Σ (κ) αρακατσιάνους και τέλος τ'ς Σαρακατσιάνους κατ' ανομοίωσιν, όθεν και η ονομαστική Σαρακατσιά νοι''. Ο Δ. Γεωργακάς θεωρεί αληθοφανή την ερμηνεία αυτή, προσθέτοντας ότι "τέτοια μεταβολή δέν είναι σπανία εν ταίς τοπωνυμίαις, διότι ταύτα εκφράζονται κατ' αιτιατικήν ενάρθρως". Και παραθέτει πολλά παραδείγματα. Δέν δέχεται όμως ότι τέτοια μεταβολή μπορεί να σημειωθεί και "επί εθνικών ονομάτων" άρα ουδέ επί του ονόματος Σαρακατσαναίοι, διότι ταύτα δέν εκφέρονται τόσον συνήθως κατ' έναρθρον αιτιατικήν, όσον τα τοπωνύμια".
Έχω σοβαρές επιφυλάξεις ώς πρός την βασιμότητα των επιχειρημάτων του Δ. Γεωργακά στα οποία θεμελιώνει την απόρριψη της άποψης του Γ. Π. Αναγνωστόπουλου. Τις στηρίζω στις ακόλουθες παρατηρήσεις:
Οι Σαρακατσιάνοι ονόμαζαν τους εαυτούς τους "νομάδες ποιμένες" ή "σκηνίτες νομάδες", ή απλώς "σκηνίτες". Στον ελλαδικό χώρο οι λοιποί έλληνες όταν αναφέρονταν σ' αυτούς χρησιμοποιούσαν το όνομά τους μετά το άρθρο. Επομένως εκείνοι ανάφεραν και "τους Καρακατσιάνους", για να ακολουθήσουν όσα υποστηρίζει ο Αναγνωστόπουλος.
Γι' αυτό και όσο προχωρούμε πρός την νότια Ελλάδα που συμβαίνει να είναι και το μέρος της Ελλάδας, που απελευθερώθηκε πρώτο και μάλιστα 60-90 χρόνια πιό γρήγορα από τα υπόλοιπα τμήματα της χώρας μας, τόσο σχεδόν αποκλειστικά απαντούμε το όνομα Σαρακατσιάνοι και σπάνια το Καρακατσιάνοι.
Αντίθετα στις χώρες που δέν ήταν επικρατούσα και δεν ομιλείτο η ελληνική γλώσσα (Τουρκία, Βουλγαρία, Σερβία), άρα που οι κάτοικοί τους δέν τους προσφωνούσαν με την χρήση των άρθρων της Ελληνικής Γραμματικής το όνομα Καρακατσιάνοι έμεινε αμετάβλητο, χωρίς καμία εξέλιξη μέχρι τις μέρες μας μάλιστα.
Αλλά και το επιχείρημα του Δ. Γεωργακά ότι τέτοια μεταβολή δέν σημειώνεται στα εθνικά ονόματα, γι' αυτό και αποκρούει την άποψή ότι το "Τσάκωνες προήλθε από το είς τους Λάκωνες ...στους Λάκωνες- Τ'ς Λάκωνες- Τσάκωνες", όπως υποστηρίζει ο Κ. Αμαντος στο Αφιέρωμα είς Χατζιδάκιν - Αθήναι 1921 σ. 131 και Γ. Χατζηδάκης Byzantinische Zeitschrift 27 (1927) 321, δέν φαίνεται να ευ-σταθεί, για τον εξής λόγο:
Οι Σαρακατσιάνοι ώς Καρακατσιάνοι ήταν συνεχώς μετακινούμενοι μέσα στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δέν ήταν στάσιμοι σε ένα ή έστω περισσότερους τόπους για να είναι γνωστοί μόνο στο περιβάλλον τους. Ήταν λοιπόν γνωστοί οι νομάδες ποιμένες που έφευγαν συνεχώς μετακινούμενοι από τα χειμαδιά στα ξεκαλοκαιριά και από τόπο σε τόπο από την Πελοπόννησο μέχρι την Προύσα κ.λ.π. της Ασιατικής Τουρκίας, μέχρι το Δούναβη και την Πρίστινα (την αναφέρει ένα Σαρακατσιάνικο τραγούδι). Και ήταν γνωστοί ώς Καρακατσιάνοι. Σ' αυτούς αναφέρονταν συχνά οι πολλοί που τους έβλεπαν να κινούνται στους δρόμους με τα καραβάνια τους και τα πολλά τους ζώα. Σ' αυτούς αναφερόμενοι οι έλληνες χρησιμοποιούσαν και τα άρθρα και το παρατσούκλι που τους κόλλησε ο κατακτητής. Επομένως και το τους Καρακατσιάνους για να ακολουθήσουν όσα υποστηρίζει ο Αναγνωστόπουλος. Στις άλλες χώρες ήταν απλώς οι Καρακατσιάνοι χωρίς άρθρο και μ' αυτό το όνομα έμειναν. Ούτε υπήρχε άρθρο. Ούτε κλίνεται (οι, των, τους).
Επίσης έχω σοβαρή αντίρρηση και στην άποψη Δ. Γεωργακά ότι το δεύτερο συνθετικό του ονόματος Σαρακατσιάνοι ή Καρακατσιάνοι είναι "Κατσάνοι".
Αν ήταν ορθή η άποψη αυτή τότε οι Σαρακατσιάνοι θα λεγόταν "Κατσαναίοι" ή "Κατσανιώτες" ή "Κατσάνιδες" ή "Κατσανοχωρίτες". Μ' αυτά τα ονόματα θα τους προσφωνούσαν όλοι οι έλληνες, αλλά και οι κατά καιρούς κατακτητές. Είναι νομίζω κανόνας χωρίς εξαιρέσεις. Οι κάτοικοι όλων των περιοχών της Ελλάδος φέρουν ώς προσωνύμιο το όνομα του τόπου της καταγωγής ή της κατοικίας τους. Σαμαριναίοι, Μπλατσιώτες, Λειβαδιώτες, Βολιώτες, Κορίνθιοι, Καλαματιανοί, Κοζανίτες κ.λ.π. Γι' αυτό και δέν δικαιολογείται η προσθήκη του "Καρά" ή του " Σαρά". Δεν υπάρχει κανένα προηγούμενο σ' όλο τον ελλαδικό χώρο.
Αλλωστε πρέπει να σημειωθεί ότι στους Σαρακατσιάνους δέν σώζει η παράδοση κάποια ανάμνηση ή κάποια πληροφορία περί της ύπαρξης κάποιας σχέσης τους με τα Κατσανοχώρια. Αντίθετα υπάρχει η παράδοση σ' όλους, όπου Βαλκανικής γής, ότι κατάγονται από τα Αγραφα.
Από το βιβλίο του Ν. Κατσαρού:
ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΣΑΡΑΚΑΤΣΙΑΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ Β' ΜΕΡΟΣ